ΜΑΥΡΟΣΚΟΥΦΗΣ

ΜΑΥΡΟΣΚΟΥΦΗΣ
XX ΤΘΜ - XXIV ΤΘΤ - ΧΧVI EMA

Τετάρτη 30 Σεπτεμβρίου 2020

Aπόψε στις 9:00μμ μη χάσετε την εκπομπή "ΕΛΔΥΚ, ΠΡΑΞΙΚΟΠΗΜΑ ΚΑΙ ΑΤΤΙΛΑΣ"...

ΟΙ ΣΥΓΓΡΑΦΕΙΣ Κ.ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΗΣ & Μ.ΧΑΤΖΗΔΑΚΗΣ ΣΤΗΝ ΕΚΘΕΣΗ ΒΙΒΛΙΟΥ

ΚΥΠΡΟΣ 1974 - Η ΜΕΓΑΛΗ ΠΡΟΔΟΣΙΑ

Ο Διοικητής της ΕΛΔΥΚ, δωρίζει το Βιβλίο της Μάχης της ΕΛΔΥΚ στον ΠτΔ

Το Χρονικό της Μάχης της ΕΛΔΥΚ 14 16 8 1974!

Το Χρονικό της Μάχης της ΕΛΔΥΚ 14 16 8 1974! (καντε κλικ)

20/7/1974 - 17/8/1974 : ΑΤΤΙΛΑΣ I & II - ΑΜΥΝΩ ΔΕ ΚΑΙ ΜΟΝΟΣ

Βιβλίο Η ΜΠΑΛΑΝΤΑ ΤΗΣ ΚΑΡΑΒΑΝΑΣ

ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ ΤΟΥ ΒΙΒΛΙΟΥ ''ΤΟΤΕ ΠΟΥ ΗΛΘΑΝ ΟΙ ΒΑΡΒΑΡΟΙ''MP4

22-7-2013 Κ.ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΗΣ "ΚΥΠΡΟΣ 1974 Η ΜΕΓΑΛΗ ΠΡΟΔΟΣΙΑ"

ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΗΣ: Κύπρος 1974: Η μεγάλη προδοσία

Κ. Δημητριάδης: Η μεγάλη προδοσία στη Κύπρο το 1974 | 23/07/2017

ΚΥΠΡΟΣ 1974 Ηττηθήκαμε ή προδοθήκαμε;

Κων. Δημητριάδη ΚΥΠΡΟΣ 1974 - Η ΜΕΓΑΛΗ ΠΡΟΔΟΣΙΑ

Defenceline.gr: ΕΛΔΥΚ 1974 - ΚΩΣΤΑΣ ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΗΣ

Κ.ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΗΣ: Το '74 ΔΕΝ μας νίκησαν οι Τούρκοι

ΑΜΥΝΩ ΔΕ ΚΑΙ ΜΟΝΟΣ με τον Κώστα Δημητριάδη

ΚΩΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΗΣ Η ΜΑΧΗ ΤΟΥ ΣΤΡΑΤΟΠΕΔΟΥ ΤΗΣ ΕΛΔΥΚ 1974 Ρ/Φ ΕΚΠΟΜΠ...

Η πρώτη εκπομπή του Κωνσταντίνου Δημητριάδη (Μαυροσκούφη) σε υψηλή ευκρί...

O Κωνσταντίνος Δημητριάδης (Μαυροσκούφης) σας παρουσιάζει τις νέες του ε...

ΔΕΥΤΕΡΑ 21 ΙΟΥΛΙΟΥ 2014 : ΚΥΠΡΟΣ 1974 - Η ΜΕΓΑΛΗ ΠΡΟΔΟΣΙΑ (Α΄ΜΕΡΟΣ)

ΕΝΔΕΛΕΧΩΣ Ο Συγγραφεας Κώστας Δημητριάδης,Μιλαει για τον Αρχηγο των Γενν...

Ο Φάκελος της Κύπρου Γεωργίου-Δημητριάδης 1/2

ΔΕΥΤΕΡΑ 21 ΙΟΥΛΙΟΥ 2014 : ΚΥΠΡΟΣ 1974 - Η ΜΕΓΑΛΗ ΠΡΟΔΟΣΙΑ (Β΄ΜΕΡΟΣ)

Κ. Δημητριάδης: Η μεγάλη προδοσία στη Κύπρο το 1974 | 23/07/2017

Ο Φάκελος της Κύπρου Γεωργίου-Δημητριάδης 2/2

ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΗΣ ΜΕΡΟΣ Ε ΚΥΠΡΟΣ 1974 Η ΜΕΓΑΛΗ ΠΡΟΔΟΣΙΑ

ΚΥΠΡΟΣ 1974 Η ΜΕΓΑΛΗ ΠΡΟΔΟΣΙΑ ΚΩΣΤΑΣ ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΗΣ ΜΕΡΟΣ Α

Η ΜΑΧΗ ΤΗΣ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ / ΑΤΤΙΛΑΣ 2 - Κωνσταντίνος Δημητριάδης (Μαυροσκούφης)

Μάχη της ΕΛΔΥΚ - Κωνσταντίνος Δημητριάδης (Μαυροσκούφης)

ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΗΣ Γ ΚΥΠΡΟΣ 1974 Η ΜΕΓΑΛΗ ΠΡΟΔΟΣΙΑ

ΚΩΣΤΑΣ ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΗΣ ΜΕΡΟΣ Β ΚΥΠΡΟΣ 1974 Η ΜΕΓΑΛΗ ΠΡΟΔΟΣΙΑ

ΚΩΣΤΑΣ ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΗΣ ΜΕΡΟΣ Δ ΚΥΠΡΟΣ 1974 Η ΜΕΓΑΛΗ ΠΡΟΔΟΣΙΑ

Mε τον βετερανο πολεμιστη της ΕΛΔΥΚ κ. Κωνστ. Παπαθεοδωρου - ΚΩΣΤΑΣ ΔΗΜΗ...

ΚΩΣΤΑΣ ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΗΣ - Η προδοσία της Κύπρου

Δευτέρα 17 Αυγούστου 2020

The Night Café με τον κ. Κωνσταντίνο Δημητριάδη (Μάχη της ΕΛΔΥΚ)

The Night Café με τον κ. Κωνσταντίνο Δημητριάδη (Μάχη της ΕΛΔΥΚ)

https://youtu.be/c5Y4jiQ8obI

Σάββατο 25 Ιουλίου 2020

Τελευταία ομιλία Κωνσταντίνου ΙΑ' Παλαιολόγου

υγενέστατοι άρχοντες, εκλαμπρότατοι δήμαρχοι και στρατηγοί, γενναιότατοι στρατιώτες, τιμημένοι και πιστοί πολίτες, ξέρετε όλοι πολύ καλά, ότι έφτασε η ώρα πού ο εχθρός της πίστεώς μας, αποφάσισε να πιέσει ακόμα περισσότερο με όλα τα πολεμικά μέσα και τεχνάσματα πού διαθέτει. Θέλησε να αρχίσει γενική επίθεση και πόλεμο από την ξηρά και από την θάλασσα, έτοιμος να μας δαγκώσει σαν φαρμακερό φίδι και να μας καταβροχθίσει σαν ανήμερο λιοντάρι. Γι' αυτόν τον λόγο σας παρακαλώ να φερθείτε με γενναιότητα και θάρρος, όπως κάνατε μέχρι τώρα, απέναντι τους εχθρούς της πίστεώς μας. Αφήνω στα χέρια σας την τύχη της δεδοξασμένης και λαμπρής πατρίδος μας, της μεγαλοπρεπεστάτης και ευγενούς Βασιλευούσης όλων των πόλεων. Ξέρετε πολύ καλά, αδέρφια μου, ότι για τέσσερις λόγους είμαστε υποχρεωμένοι να προτιμήσουμε τον θάνατο παρά την ζωή. Πρώτον, για την πίστη και την θρησκεία μας, δεύτερον, για την πατρίδα, τρίτον για τον βασιλέα, τον αντιπρόσωπο του Κυρίου μας, και τέταρτον για τους συγγενείς μας και τους φίλους μας.
Αν λοιπόν αδέρφια μου, πρέπει να αγωνιστούμε μέχρι θανάτου για ένα από τους παραπάνω λόγους, τότε έχουμε υποχρέωση να πολεμάμε ακόμα σκληρότερα όταν πρόκειται και για τα τέσσερα μαζί, διαφορετικά θα χάσουμε τα πάντα. Αν και ο Θεός εξ' αιτίας των αμαρτιών μας, δώσει την νίκη τους απίστους, διατρέχουμε τον κίνδυνο να χάσουμε την Αγία μας Πίστη πού μας έδωσε ο Χριστός με το Αίμα Του και είναι σημαντικότερο πράγμα από όλα. Τι όφελος μπορεί να έχει κανείς αν κερδίσει ολόκληρο τον κόσμο αλλά να χάσει την ψυχή του;
Δεύτερον, θα χάσουμε την ένδοξη πατρίδα μας και την ελευθερία μας. Τρίτον, το άλλοτε ένδοξο κράτος μας, πού είναι τώρα πιά εξασθενημένο και ταπεινωμένο, θα πέσει στα χέρια του απίστου τυράννου. Τέλος θα χάσουμε τα αγαπημένα μας παιδιά, τις γυναίκες και τους υπολοίπους συγγενείς μας.
Ο βάρβαρος Σουλτάνος, μας έχει αποκλείσει 57 ημέρες τώρα με όλες τις δυνάμεις του, και μας πολιορκεί ημέρα και νύχτα με κάθε μέσον που διαθέτει, αλλά καταφέραμε να τον αποκρούσουμε με την βοήθεια του Κυρίου μας Ιησού Χριστού που βλέπει τα πάντα. Μην δειλιάσετε λοιπόν τώρα αδέλφια μου. Είδατε ότι, και στα μέρη όπου έπεσε το τείχος από τα τηλεβόλα και τις πολιορκητικές μηχανές, καταφέραμε να το επισκευάσουμε με τον καλλίτερο τρόπο. Έχουμε στηρίξει όλες τις ελπίδες μας στην ακαταμάχητη δόξα του Θεού. Οι εχθροί μας, διαθέτουν όπλα, ιππικό δύναμη και πλήθος, αλλά εμείς έχουμε εμπιστοσύνη στο όνομα του Κυρίου και Σωτήρος μας, στα χέρια μας και στην γενναιότητα πού μας χάρισε ο Θεός.
Ξέρω ότι η τεράστια αγέλη των απίστων θα επιτεθεί εναντίον μας, όπως συνηθίζει, με βάναυση ορμή αλαζονεία και θράσος επειδή είμαστε λίγοι, ώστε να μας τρομάξουν, να μας κουράσουν και να μας κάνουν να χάσουμε το ηθικό μας με τις φωνές και τους αλαλαγμούς τους. Εσείς όμως ξέρετε καλά πόσο ανόητα είναι αυτά, και δεν χρειάζεται να σας τα θυμίσω. Σε λίγο θα επιτεθούν και θα ρίξουν εναντίον μας πέτρες και βέλη αμέτρητα σαν την άμμο της θαλάσσης, αλλά ελπίζω ότι δεν θα πετύχουν τίποτα.
Σας βλέπω και χαίρομαι, επειδή, αν και λίγοι, όλοι σας είστε έμπειροι, γενναίοι, αποφασιστικοί, δυνατοί και καλά προετοιμασμένοι. Να καλύψετε καλά το κεφάλι σας με τις ασπίδες την στιγμή της συμπλοκής και να χρησιμοποιείται με επιτυχία το δεξί σας χέρι με το σπαθί σας. Οι περικεφαλαίες, οι θώρακες, οι πανοπλίες και ο υπόλοιπος οπλισμός σας είναι σε θέση να σας βοηθήσουν αποτελεσματικά σε όλη την διάρκεια της μάχης, επειδή οι εχθροί δεν διαθέτουν τον ανάλογο οπλισμό. Εσείς θα είστε προφυλαγμένοι μέσα από τα τείχη, ενώ εκείνοι θα βρίσκονται εκτεθειμένοι στα χτυπήματά σας όταν κάνουν επίθεση. Γι' αυτόν τον λόγο, αγαπητοί μου συμπολεμιστές, να είστε έτοιμοι, άφοβοι, γενναίοι και βέβαιοι για την βοήθεια του Θεού. Μιμηθείτε τους λίγους ελέφαντες των Καρχηδονίων, οι οποίοι έτρεψαν σε φυγή το τεράστιο Ρωμαϊκό Ιππικό μόνο και μόνο με την εμφάνιση και τις φωνές τους. Αφού λοιπόν αυτό το πέτυχαν μερικά ζώα χωρίς λογικό, εμείς πού τα εξουσιάζουμε πρέπει να τα καταφέρουμε καλλίτερα. Χτυπήστε τους με τα δόρατα, σπαθιά, τόξα, και ακόντια. Φανταστείτε ότι έχετε βγεί για κυνήγι αγριοχοίρων και δώστε στους απίστους να καταλάβουν ότι δεν έχουμε απέναντί τους ζώα χωρίς λογικό, αλλά τους απογόνους Ελλήνων και Ρωμαίων πού εξουσιάζουν τα ζώα.
Ήρθε λοιπόν λοιπόν αδελφοί μου, ο Σουλτάνος, να μας πολιορκήσει και να έχει ορθάνοιχτο το τεράστιο στόμα του για να καταβροχθίσει τόσο εμάς όσο και την Πόλη που έχτισε ο αείμνηστος Μεγάλος Αυτοκράτορας Κωνσταντίνος, ο οποίος την αφιέρωσε στην Παναγία Δέσποινα Θεοτόκον και Αειπάρθενο Μαρία, εκφράζοντας την ευχή να την έχουμε πάντοτε βοηθό και προστάτιν της Πατρίδος μας, πού αποτελεί καταφύγιο των χριστιανών, ελπίδα και χαρά των Ελλήνων και καύχημα του κόσμου.
Ο άπιστος Σουλτάνος όμως θέλει, να υποδουλώσει την Πόλη πού ήταν κάποτε ένδοξη, ανθούσε σαν τριαντάφυλλο του αγρού και είχε υποτάξει ολόκληρο σχεδόν την υφήλιο. Αδέρφια και συμπολίτες μου, θέλω να τα σκεφτείτε αυτά καλά, για να μείνει το όνομα, η δόξα και η ελευθερία σας αιώνια."

(Αυτοκράτορας Κωνσταντίνος ΙΑ' Παλαιολόγος, Δευτέρα 28 Μαΐου 1453)

Πέμπτη 2 Ιουλίου 2020

Η επιστολή Μακαρίου προς Γκιζίκη

Η επιστολή Μακαρίου προς Γκιζίκη - Αποκαλυπτική ανάλυση -
ΣΤΙΣ 2 Ιουλίου 1974, ο Κύπριος Πρόεδρος Μακάριος έστειλε στον Πρόεδρο της Ελληνικής Δημοκρατίας, στρατηγό Φαίδωνα Γκιζίκη μια μακρά επιστολή, για την απόφασή του να διώξει από την Κύπρο 600 Ελλαδίτες αξιωματικούς της Εθνικής Φρουράς και να μειώσει η στρατιωτική θητεία από δύο χρόνια σε 14 μήνες. Επίσης, παρέθετε σωρεία κατηγοριών σε βάρος του στρατιωτικού καθεστώτος των Αθηνών για οικονομική και άλλη βοήθεια στην Οργάνωση ΕΟΚΑ Β΄, η οποία κηρύχθηκε παράνομη μετά τον θάνατο του στρατηγού Γεωργίου Γρίβα Διγενή (Πέθανε 27 Ιανουαρίου 1974 και το διάταγμα του Υπουργικού Συμβουλίου, για την κήρυξη σε παράνομη της Οργάνωσης, εκδόθηκε στις 25 Απριλίου).
ΟΠΩΣ διαπιστώνει ο αναγνώστης, η αναφορά σε Πρόεδρο της Ελληνικής Δημοκρατίας δεν είναι σε εισαγωγικά, όπως αρέσκονται να κάνουν από το 1974 πολλοί «δημοκράτες» και «αντιστασιακοί» συγγραφείς, για να δείξουν προφανώς τα εχθρικά τους συναισθήματα προς τη «Χούντα», όπως επικράτησε να λέγεται η στρατιωτική διακυβέρνηση της Ελλάδας από το 1967 μέχρι και τον Ιούλιο του 1974. Το ότι, όμως, ο Φ. Γκιζίκης ήταν Πρόεδρος της Ελληνικής Δημοκρατίας το αναγνωρίζει στην επιστολή του πρώτος ο Μακάριος που, υποτίθεται, ήταν εναντίον της «Χούντας». Και λέμε υποτίθεται, διότι ήταν ο Μακάριος που πήγαινε κάθε τρεις και δύο στην Αθήνα και συνομιλούσε με Προέδρους και αντιβασιλείς της «Χούντας» και τα επίσημα ανακοινωθέντα που εκδίδονταν στη συνέχεια, όλα μιλούσαν πάντα για «άριστο κλίμα στις σχέσεις μεταξύ Λευκωσίας και Εθνικού Κέντρου»», γιαομοψυχία», για «ταυτότητα απόψεων» και «συναντίληψη στην αντιμετώπιση του Κυπριακού προβλήματος». Κι αυτά, μετά που η «Χούντα», μεταξύ άλλων, έκαμε δημοψήφισμα για κατάργηση της βασιλείας και καθιέρωση της Προεδρικής Δημοκρατίας. Κι ας παρουσιαζόταν πάντα ο Μακάριος ως θιασώτης του στέμματος και «εξ απορρήτων» φίλος του βασιλιά Κωνσταντίνου.
ΣΥΝΕΠΩΣ, όσοι μακαριακοί, «αντιστασιακοί» και «δημοκράτες» αναφέρονται στον Γκιζίκη και μιλούν για «Χούντα», να ξέρουν ότι έρχονται σε αντίθεση προς τον Μακάριο, τον οποίο θεωρούν ως ίνδαλμά τους. Γι’ αυτόν, ο Γκιζίκης ήταν Πρόεδρος και η «Χούντα» Εθνικό Κέντρο.
Αναλύοντας κάποιος την επιστολή Μακαρίου προς Γκιζίκη, θα διαπιστώσει, πέραν του σκληρού και επιθετικού περιεχομένου της – πράγμα ασύνηθες για τον Μακάριο – σκόπιμες παραλείψεις, ακόμη και ψεύδη.
1.Μιλά στην αρχή για τη «λαθραία άφιξη του στρατηγού Γρίβα στην Κύπρο κατά Σεπτέμβριον 1971», ενώ είναι γνωστό ότι για την άφιξη Γρίβα είχε γνώση ο ίδιος καιρό πριν. Και μόνο οι μαρτυρίες Κυπρίων αξιωματικών, που κάλεσε ο στρατηγός στην Αθήνα μήνες πριν κατεβεί στην Κύπρο ζητώντας τη βοήθειά τους, για να τον συνδράμουν κατά την έλευσή του στο νησί για αγώνα εναντίον της «Χούντας» και αποτροπή των σχεδίων για διχοτόμηση, σε συνεργασία του με τον Μακάριο, αποτελούν τρανή απόδειξη ότι η άφιξη Διγενή στην Κύπρο (στις 30.8.1971) δεν ήταν λαθραία και μυστική. Κι ας έγινε από μη εγκεκριμένο λιμάνι ή αεροδρόμιο της Κύπρου. Ο πρώτος που τη γνώριζε ήταν ο Μακάριος αφού, τον είχαν πληροφορήσει σχετικά κάποιοι από τους πιο πάνω αξιωματικούς, οι οποίοι και έσπευσαν ταχέως προς αυτόν. Σύμφωνα μάλιστα από τη μαρτυρία ενός των αξιωματικών προ τον γράφοντα, ο Μακάριος τον συμβούλεψε να μην έρθει αρωγός προς τον Γρίβα. Αυτό έκαμε και σε άλλους
Μιλά επίσης ο Μακάριος για «επαφές Γρίβα μετά την άφιξή του με αξιωματικούς εξ Ελλάδος, που υπηρετούσαν στην Εθνική Φρουρά», ενώ οι διαταγές του στρατηγού μέχρι που πέθανε, ήταν «καμιά επαφή με ανθρώπους της Χούντας».
Στην προέκταση του ίδιου πιο πάνω ισχυρισμού, ο Μακάριος μιλά για «βοήθεια προς τον Γρίβα από εξ Ελλάδος αξιωματικούς, εις την προσπάθειάν του να σχηματίση πράνομον οργάνωσιν και να ααγωνισθεή δήθεν δια την Ένωσιν». Αυτό, την ώρα που και ο Μακάριος ήξερε πολύ καλά ότι η ΕΟΚΑ Β΄ ήταν συγκροτημένη και έτοιμη να δράσει πριν από την άφιξη του Διγενή στην Κύπρο. Απουσία προεργασίας από έναν συγκροτημένο και έμπειρο στρατιωτικό όπως ο Γρίβας πριν ακόμα κατεβεί στην Κύπρο, θα ήταν κάτι περισσότερο από αδύνατο, κάτι που μόνο θυμηδία θα προκαλεί.
2.Όσο για τον «αγώνα δήθεν δια την Ένωσιν», και εδώ ο Μακάριος έλεγε ψέματα, διότι ήξερε καλύτερα από κάθε άλλον τους πραγματικούς σκοπούς της παρουσίας του Γρίβα στην Κύπρο, από πολύ πριν. Θυμηδία προκαλεί επίσης το «δήθεν δια την Ένωσιν», αφού ο στρατηγός ζούσε και ανάπνεε σ’ όλη του τη ζωή μόνο για την Ένωση.
3.Έκανε αναφορά ο Μακάριος και για «διαιρέσεις και διχονοίας εις το εσωτερικόν» και πορεία του «κυπριακού ελληνισμού προς εμφύλιον πόλεμον», λόγω της ύπαρξης της Οργάνωσης του στρατηγού Γρίβα. Κι εδώ ψεύδεται ο Μακάριος, γιατί είναι γνωστόν ότι, οι πρώτες ένοπλες ενέργειες της ΕΟΚΑ Β΄ ήταν εναντίον αστυνομικών σταθμών – με εντολή μάλιστα «να μην σπάσει μύτη αστυνομικού» – που έγιναν 16 ολόκληρους μήνες μετά την άφιξή του στρατηγού στην Κύπρο! Αυτό που γινόταν όλος αυτούς τους μήνες, ήταν να δέχεται ο Διγενής παντός είδους προκλήσεις από το μακαριακό καθεστώς και το παρακράτος που αυτός δημιούργησε και να μην απαντά. 4.Ακόμα και ψεύτικη διακήρυξη Γρίβα προς δήθεν «τομεάρχες της ΕΟΚΑ» χρησιμοποίησε το μακαριακό καθεστώς (εφευρέτης και δράστης γνωστή ανθυπαστυνόμος), για να προκαλέσει τον Διγενή να διακόψει τη σιωπή του, που είχε ως μόνη αιτία την απόγνωσή του για το τι περίμενε με βάση τις συνεννοήσεις προ της καθόδου του και τι ακριβώς βρήκε φτάνοντας στην Κύπρο.
5.ΕΙΝΑΙ πολλά τα σημεία της επιστολής Μακαρίου που μπορούν να αναφερθούν, όμως, το κύριο και σημαντικό είναι: Ποιος ο λόγος αποστολής της επιστολής εκείνης και πόσο αυτή επηρέασε, ή μάλλον επιτάχυνε, δυσάρεστες εξελίξεις;
ΕΝ ΠΡΩΤΟΙΣ, η εποχή εκείνη κάθε άλλο παρά για περαιτέρω εντάσεις και διενέξεις ήταν. Το εσωτερικό μέτωπο στην Κύπρο ήταν καταρρακωμένο, με τις δύο πλευρές να προβαίνουν σε ενέργειες που επέτειναν το χάσμα και το μίσος μεταξύ τους. Η μεν ΕΟΚΑ Β΄ διέπραξε την κλοπή των όπλων από το Κέντρο Εκπαιδεύσεως Γεροσκήπου, η δε μακαριακή πλευρά προχωρούσε σε απολύσεις δημοσίων υπαλλήλων «για λόγους δημοσίου συμφέροντος», συνέχιζε τις επιχειρήσεις της εναντίον της Οργάνωσης, τις έρευνες και ανακρίσεις και τα βασανιστήρια σε βάρος κρατουμένων. Βασανιστήρια, για τα οποία ωχριούσαν οι Βρετανοί για τα όσα έκαμαν κατά τον απελευθερωτικό αγώνα της ΕΟΚΑ. Είχε δημιουργηθεί τότε μέγα θέμα με την αποστολή στρατιωτών σε Σχολή δοκίμων στην Κρήτη και την απόφαση του Μακαρίου να απορρίπτει τον κατάλογο που είχε ετοιμάσει η ηγεσία τη Δύναμης.
ΣΤΟ πολιτικό πεδίο, οι ενδοκυπριακές συνομιλίες είχαν φτάσει σε σημείο που έπρεπε να παρθούν αποφάσεις, ο Μακάριος όμως παρακώλυε τη διαδικασία με την αρνητική τακτική του και οι Τούρκοι συνέχιζαν να απειλούν Κύπρο και Ελλάδα, με συνεχείς παραβιάσεις του εθνικού εναέριου και θαλάσσιου χώρου στο Αιγαίο
ΤΑ μόνα θετικά για την ελληνική πλευρά την περίοδο εκείνη, ήταν η ανεύρεση πετρελαίου στη νήσο Θάσο και η παραλαβή από την Ελλάδα του πρώτου σμήνους αμερικανικών πολεμικών αεροπλάνων F-16, για τα οποία οι Έλληνες πιλότοι είχαν ολοκληρώσει την εκπαίδευσή τους στις Ηνωμένες Πολιτείες. Η Ελλάδα είχε παραλάβει επίσης τότε και άλλο πολεμικό υλικό και αεροπορικά υπερείχε της Τουρκίας σε σύγχρονα μέσα και τεχνολογία.
ΕΝΩ, λοιπόν, η κατάσταση χρειαζόταν σύνεση, ψυχραιμία και αυτοσυγκράτηση και, προπαντός διπλωματικότητα, για αποφυγή κινδύνων και κρίσεων, ήρθε «ουρανοκατέβατη» η επιστολή Μακαρίου προς Γκιζίκη. Ζητούσε μάλιστα από την Ελλάδα να αποσύρει σε μικρό χρονικό διάστημα εκατοντάδες αξιωματικούς της από την Κύπρο, ενώ, παράλληλα, προχωρούσε σε μείωση της στρατιωτικής θητείας, με συνέπεια η ισχύς και η ετοιμότητα της Εθνικής Φρουράς να πληγούν ανεπανόρθωτα. Κοντά σ’ αυτά, έγινε ακόμα και εξαγγελία ενίσχυσης της Ε.Φ. με αξιωματικούς από την Αίγυπτο, μια χώρα που την εποχή εκείνη ήταν υπό τον έλεγχο της Σοβιετικής Ένωσης, τον ένα μεγάλο πόλο του ψυχρού πολέμου μεταξύ Ανατολής και Δύσεως. Της Δύσεως, που στα πλαίσια των συμφερόντων της, φρόντιζε να έχει υπό τον έλεγχό της την περιοχή της Μέσης Ανατολής, στην οποία περιλαμβανόταν και η Κύπρος.
ΥΠΟ τις συνθήκες αυτές, η πρόκληση της επιστολής Μακαρίου προς το στρατιωτικό καθεστώς της Ελλάδας και τη δυτική συμμαχία ήταν μεγάλη. Τι ήταν, όμως, εκείνο που όπλισε τον Μακάριο να προχωρήσει στην αποστολή της, με αιχμηρό, μάλιστα, προκλητικό περιεχόμενο; Ακόμα και ο Κωνσταντίνος Καραμανλής, αυτοεξόριστος στο Παρίσι από το 1963, όταν διάβασε την επιστολή, την οποία του επέδωσε ειδικός απεσταλμένος του Κυπρίου Προέδρου, εξέφρασε έκπληξη και διερωτήθηκε ποιες ήταν οι «γερές πλάτες» που είχε στη διάθεσή του ο Μακάριος.
ΗΤΑΝ αφελής μήπως ο Μακάριος, να νομίζει ότι το στρατιωτικό καθεστώς των Αθηνών, με επικεφαλής τον «αόρατο δικτάτορα», ταξίαρχο Δημήτρη Ιωαννίδη, διοικητή της Ελληνικής Στρατιωτικής Αστυνομίας, θα δεχόταν την πρόκλησή του και θα σιωπούσε; Ασφαλώς όχι. Κάτι άλλο τον παρακινούσε, στα πλαίσια ευρύτερου σχεδιασμού, ο οποίος τον έπειθε ότι, σε σύντομο χρονικό διάστημα, θα μπορούσε να ελέγχει πλήρως την κατάσταση στην Κύπρο, με τη συρρίκνωση της Εθνοφρουράς και την εκδίωξη των αξιωματικών, αλλά και στην Ελλάδα, με τη πτώση της «Χούντας» και την επάνοδο των παλαιών πολιτικών.
ΤΙΣ προθέσεις αυτές του Μακαρίου είχαμε αποκαλύψει στο blog μας nikospa.wordpress.com στο παρελθόν, αρκεί δε οι χιλιάδες αναγνώστες μας να ανατρέξουν πίσω και να δουν τις λεπτομέρειες. Συνοπτικά αναφέρουμε ότι, οι εγωιστικές προθέσεις του Μακαρίου, όπως και το τι ακριβώς θα γινόταν το καλοκαίρι του 1974, δημοσιεύτηκαν με λεπτομέρεια πολύ πριν από τα γεγονότα από εβδομαδιαία εφημερίδα, που εκδόθηκε τον Απρίλη του 1974, η οποία χρηματοδοτείτο και ελεγχόταν πλήρως από τον Μακάριο. Επρόκειτο για τον «Ελεύθερο Λαό», εκδότης του οποίου ήταν ο επιχειρηματίας από την Αμμόχωστο Ηρακλής Χατζηηρακλέους, στενός συνεργάτης του Κυπρίου Προέδρου.
ΟΠΟΙΟΣ διαβάσει τα όσα έγραψε η εφημερίδα αυτή πριν από τα γεγονότα του Ιουλίου, θα μείνει κατάπληκτος από το πόσο απηχούσαν την αλήθεια. Την αλήθεια, που μόνο οι Μακάριος και Χατζηηρακλέους γνώριζαν επακριβώς, με κατάληξη πάντα ότι «ο Εθνάρχης θα βαδίσει στην Αθήνα ως ελευθερωτής και τροπαιούχος»!
Η σχέση επιστολής Μακαρίου και Πραξικοπήματος
ΤΟ ΠΡΑΞΙΚΟΠΗΜΑ της 15ης Ιουλίου 1974 ακολούθησε την επιστολή Μακαρίου και το ερώτημα είναι αν αιτία του Πραξικοπήματος ήταν η επιστολή. Οι θιασώτες του Μακαρίου λένε ότι αυτό δεν ισχύει, αφού από την έρευνα για τον «Φάκελο της Κύπρου» φάνηκε πως η ηγεσία του στρατιωτικού καθεστώτος των Αθηνών είχε πάρει την απόφαση για το Πραξικόπημα δύο τουλάχιστον μήνες πριν απ’ αυτό. Ναι, μπορεί η απόφαση να είχε ληφθεί πριν, αλλά για να γίνει μια ενέργεια της μορφής και έκτασης ενός στρατιωτικού πραξικοπήματος, πρέπει να υπάρξει αφορμή: Ένα σοβαρό γεγονός, το οποίο να εκμεταλλευθούν οι της «Χούντας» και να δράσουν.
ΔΥΣΤΥΧΩΣ, έτσι έγινε. Ο Μακάριος, συνεπαρμένος από τις συνεννοήσεις που έγιναν με παλιούς Έλληνες πολιτικούς – με επικεφαλής τον Ευάγγελο Αβέρωφ, νονό της διχοτόμησης της Κύπρου από το 1956 και συνένοχο για τις επάρατες Συμφωνίες Ζυρίχης-Λονδίνου του 1960 – αισθάνθηκε ισχυρός και προχώρησε. Μοχλοί στην απόφασή του και οι καπεταναίοι του στο παρακράτος και το «Εφεδρικό Σώμα» της Αστυνομίας, οι οποίοι τον διαβεβαίωναν στον απόλυτο βαθμό ότι, σε περίπτωση που εκδηλωθεί πραξικόπημα, αυτό θα συντριβεί εν τη γενέσει του και η θέση του θα ισχυροποιηθεί.
ΑΠΟ τη μια δηλαδή, οι παλιοί πολιτικοί στην Ελλάδα και ο βασιλιάς Κωνσταντίνος, στον οποίο ο Καραμανλής υποσχόταν επιστροφή χέρι-χέρι στην Ελλάδα με τη πτώση της «Χούντας», αλλά και Αρχηγοί των Όπλων – όπως οι Αλέξανδρος Παπανικολάου της Αεροπορίας και Πέτρος Αραπάκης του Ναυτικού – και από την άλλοι οι «στρατηγοί» του στην Κύπρο, έπεισαν τον Μακάριο ότι το «μεγάλο σάλτο» με την πρόκληση της επιστολής του θα πετύχει. Δυστυχώς δεν πέτυχε, ούτε για τον ίδιο, ούτε για την Κύπρο, η οποία αντιμετώπισε την τουρκική θηριωδία και βαναυσότητα, αφού οι «σωτήρες» της Ελλάδας – Καραμανλής, Αβέρωφ, Μαύρος και σία – έδειξαν, με την ανάληψη της εξουσίας από αυτούς, ότι η μόνη τους έγνοια ήταν η σταθεροποίησή τους στην εξουσία και όχι η προάσπιση της αιμάσσουσας από τον Αττίλα Κύπρου.
Οι ευθύνες του Δημήτρη Ιωαννίδη
ΤΟ γιατί δεν πέτυχε να «πνίξει στο αίμα τους πραξικοπηματίες» ο Μακάριος, όπως του έλεγαν οι δεκανείς «αρχιστράτηγοί» του, πολλοί από τους οποίους μετακινήθηκαν από την πρώτη στιγμή στο στρατόπεδο των κινηματιών, θα το δούμε στη συνέχεια. Να ψέξουμε όμως και τον ταξίαρχο Δημ. Ιωαννίδη, ο οποίος, στην «καρδιά» της κρίσης που δημιούργησε η τουρκική εισβολή, φώναξε κατάμουτρα στον Αμερικανό απεσταλμένο Χένρι Τάσκα «μας ενεπαίξατε». Η εξήγηση γι’ αυτό, είναι ότι υπήρχε και αμερικανική παρότρυνση για το Πραξικόπημα. Ο ταξίαρχος όμως, ως στρατιωτικός που είχε ρίξει, λίγους μήνες πριν, από την εξουσία το καθεστώς των συνταγματαρχών μέσα σε μια νύχτα και είχε το πάνω χέρι σε όλα στην Ελλάδα από τον Νιόβρη του 1973, δεν σκέφτηκε μήπως και τα πράγματα δεν εξελιχθούν με βάση την αμερικανική διαβεβαίωση, ότι οι Τούρκοι δεν θα κινούνταν μετά τη διενέργεια του Πραξικοπήματος; Έπρεπε σίγουρα να το σκεφθεί και να φροντίσει να προωθήσει στην Κύπρο ισχυρές ελληνικές δυνάμεις κατά την εβδομάδα του Πραξικοπήματος, για παν ενδεχόμενο. Δεν το έκαμε, ο Μακάριος διέφυγε, ή αφέθηκε να διαφύγει, οι Άγγλοι φρόντισαν να τον πάρουν κοντά τους και να βροντοφωνάξει στο Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ ότι «το Πραξικόπημα αποτελεί εισβολή της Ελλάδας στην Κύπρο», για να ανάψει έτσι για τα καλά το πράσινο φως στην «εγγυήτρια» Τουρκία να επέμβει και η πράξη της, μάλιστα, να θεωρείται νομικά έγκυρη διεθνώς, με βάση τη «Συνθήκη Εγγυήσεως» του 1960.
Η επιστολή Μακαρίου προς Γκιζίκη
ΠΙΟ κάτω, για σκοπούς Ιστορίας, ολόκληρο το κείμενο της επιστολής Μακαρίου προς Γκιζίκη:
«Κύριε Πρόεδρε, »Μετά βαθείας θλίψεως είμαι υποχρεωμένος να εκθέσω προς υμάς ωρισμένας απαραδέκτους εν Κύπρω καταστάσεις και γεγονότα, δια τα οποία θεωρώ υπεύθυνον την Ελληνικήν Κυβέρνησιν. »Από της λαθραίας αφίξεως εις Κύπρον του Στρατηγού Γρίβα, κατά Σεπτέμβριον του 1971, εκυκλοφόρουν φήμαι και υπήρχον βάσιμοι ενδείξεις, ότι ούτος ήλθεν εις Κύπρον κατά προτροπήν και ενθάρρυνσιν ωρισμένων εν Αθήναις κύκλων. Βέβαιον πάντως είναι, ότι ο Γρίβας, από των πρώτων ημερών της ενταύθα αφίξεώς του, είχεν επαφήν μετά υπηρετούντων εις την Εθνικήν Φρουράν αξιωματικών εξ Ελλάδος, παρά των οποίων έτυχε βοηθείας και συμπαραστάσεως εις την προσπάθειάν του να σχηματίση παράνομον οργάνωσιν και να αγωνισθή, δήθεν, δια την Ένωσιν. Και κατήρτησε την εγκληματικήν οργάνωσιν «ΕΟΚΑ Β», η οποία κατέστη αιτία και πηγή πολλών δεινών δια την Κύπρον. Γνωστή είναι η δράσις της οργανώσεως αυτής, η οποία, υπό πατριωτικόν μανδύαν και ενωτικήν συνθηματολόγησιν, διέπραξε πολιτικάς δολοφονίας και πολλά άλλα εγκλήματα. Η στελεχουμένη και ελεγχομένη υπό Ελλήνων αξιωματικών Εθνική Φρουρά υπήρξεν εξ αρχής ο εις έμψυχον και άψυχον υλικόν κυριώτερος τροφοδότης της «ΕΟΚΑ Β», της οποίας τα μέλη και οι υποστηρικταί έλαβον τον εύφημoν τίτλον και αυτοαπεκλήθησαν «ενωτικοί» και «ενωτική παράταξις». »Πολλάκις διηρωτήθην, διατί μία παράνομος και επιζήμιος εθνικώς οργάνωσις, η οποία επιφέρει διαιρέσεις και διχονοίας, διανοίγει ρήγματα εις το εσωτερικόν μας μέτωπον και οδηγεί τον Κυπριακόν Ελληνισμόν προς εμψύλιον σπαραγμόν, υποστηρίζεται υπό Ελλήνων αξιωματικών. Και πλειστάκις επίσης διηρωτήθην, κατά πόσον η τοιαύτη υποστήριξις τυγχάνει της εγκρίσεως της Ελληνικής Κυβερνήσεως. Έκαμα διαφόρους σκέψεις και υποθετικούς συλλογισμούς, δια να εύρω λογικήν απάντησιν εις τας απορίας και τα ερωτήματά μου. Ουδεμία απάντησις, υπό οιασδήποτε προϋποθέσεις και συλλογισμούς, ήτο δυνατόν να στηριχθή επί λογικής βάσεως. Αλλ’ αδιάψευστον πραγματικότητα αποτελεί η υποστήριξις της «ΕΟΚΑ Β» υπό Ελλήνων αξιωματικών. Τα εις διαφόρους περιοχάς της νήσου στρατόπεδα της Εθνικής Φρουράς και οι πλησίον αυτών χώροι κατακοσμούνται με συνθήματα υπέρ του Γρίβα και της «ΕΟΚΑ Β», ως και με συνθήματα κατά της Κυπριακής Κυβερνήσεως, και ιδιαιτέρως κατ’εμού. Εντός των στρατοπέδων της Εθνικής Φρουράς, απροκάλυπτος πολλάκις είναι η υπό των Ελλήνων αξιωματικών προπαγάνδα υπέρ της «ΕΟΚΑ Β». Γνωστόν και αδιάψευστον είναι επίσης το γεγονός, ότι ο αντιπολιτευόμενος και υποστηρίζων την εγκληματικήν δραστηριότητα της «ΕΟΚΑ Β» κυπριακός τύπος, έχων πηγήν χρηματοδοτήσεως τας Αθήνας, λαμβάνει καθοδήγησιν και γραμμήν από τους υπευθύνους του 20υ Επιτελικού Γραφείου και του εν Κύπρω Κλιμακίου της Ελληνικής Κεντρικής Υπηρεσίας Πληροφοριών (Κ.Υ.Π.). »Είναι αληθές ότι, οσάκις διεβιβάζοντο υπ’εμού παράπονα προς την Ελληνικήν Κυβέρνησιν, δια την στάσιν και συμπεριφοράν ωρισμένων αξιωματικών, είχον την απάντησιν ότι δεν έπρεπε να διστάζω όπως καταγγέλλω αυτούς ονομαστικώς και αναφέρω τας συγκεκριμένας κατ’αυτών κατηγορίας, δια να ανακαλώνται εκ Κύπρου. Εις μίαν μόνον περίπτωσιν έπραξα τούτο. Μού είναι δυσάρεοτον το τοιούτον έργον. Αλλά και το κακόν δεν θεραπεύεται δια της κατ’αυτόν τον τρόπον αντιμετωπίσεώς του. Σημασίαν έχει η εκρίζωσις και πρόληψις του κακού, και ουχί απλώς η αντιμετώπισις των εκ τούτου επιπτώσεων. »Λυπούμαι να είπω, κύριε Πρόεδρε, ότι η ρίζα του κακού είναι πολύ βαθεία και φθάνει μέχρις Αθηνών. Εκείθεν τροφοδοτείται και εκείθεν συντηρείται και απλούται αναπτυσσόμενον το δένδρον του κακού, του οποίου τους πικρούς καρπούς γεύεται σήμερόν ο Κυπριακός Ελληνισμός. Και δια να είμαι απολύτως σαφής, λέγω ότι στελέχη του στρατιωτικού καθεστώτος της Ελλάδος υποστηρίζουν και κατευθύνουν την δραστηριότητα της τρομοκρατικής οργανώσεως «ΕΟΚΑ Β». Εντεύθεν εξηγείται και η ανάμιξις Ελλήνων αξιωματικών της Εθνικής Φρουράς εις την παρανομίαν, την συνωμοσίαν και εις άλλας απαραδέκτους καταστάσεις. Περί της ενοχής των κύκλων του στρατιωτικού καθεστώτος καταμαρτυρούν έγγραφα, τα οποία ευρέθησαν προσφάτως εις την κατοχήν ιθυνόντων στελεχών της «ΕΟΚΑ Β». Εκ του Εθνικού Κέντρου απεστέλλοντο αφθόνως χρήματα δια την συντήρησιν της οργανώσεως, εδίδοντο εντολαί δια την αρχηγίαν, μετά τον θάνατον του Γρίβα και την ανάκλησιν του μετ’αυτού ελθόντος εις Κύπρον ταγματάρχου Καρούσου, γενικώς δε εξ Αθηνών κατηυθύνοντο τα πάντα. Η γνησιότης των εγγράφων τούτων δεν είναι δυνατόν να τεθή εν αμφιβόλω, διότι και τα δακτυλογραφημένα εξ αυτών έχουν διορθώσεις δια χειρός γενομένας και γνωστός είναι ο γραφικός χαρακτήρ του γράψαντος. Ενδεικτικώς επισυνάπτω έν τοιούτον έγγραφον. »Είχον πάντοτε ως αρχήν και επανειλημμένως εδήλωσα, ότι η συνεργασία μου μετά της εκάστοτε Ελληνικής Κυβερνήσεως αποτελεί δι’εμέ εθνικόν καθήκον. Το εθνικόν συμφέρον υπαγορεύει την αρμονικήν και στενήν συνεργασίαν Αθηνών και Λευκωσίας. Οιαδήποτε και αν ήτο η Κυβέρνησις της Ελλάδος, ήτο δι’εμέ η Κυβέρνησις της Μητρός Πατρίδος και έπρεπε να συνεργάζωμαι μετ’αυτής. Δεν δύναμαι να είπω ότι τρέφω ιδιαιτέραν συμπάθειαν προς στρατιωτικά καθεστώτα, και μάλιστα εις την Ελλάδα, την χώραν, η οποία εγέννησε και ελίκνισε την δημοκρατίαν. Αλλά και εις αυτήν την περίπτωσιν δεν παρεξέκλινα της αρχής μου περί συνεργασίας. Αντιλαμβάνεσθε όμως, κύριε Πρόεδρε, τας θλιβεράς σκέψεις αι οποίαι βασανιστικώς με απασχολούν, κατόπιν της διαπιστώσεως, ότι άνθρωποι της Κυβερνήσεως της Ελλάδος εξυφαίνουν αδιαλείπτως κατ’εμού συνωμοσίας και, όπερ το χειρότερον, διαιρούν και εξωθούν τον Κυπριακόν Ελληνισμόν εις την δι’ αλληλοσπαραγμού καταστροφήν. Ουχί άπαξ μέχρι τούδε ησθάνθην, και εις τινας περιπτώσεις σχεδόν εψηλάφησα, εκτεινομένην αοράτως εξ Αθηνών χείρα, αναζητούσαν προς αφανισμόν την ανθρωπίνην ύπαρξίν μου. Χάριν, όμως, εθνικής σκοπιμότητος, ετήρησα σιγήν. Και αυτό ακόμη το πονηρόν πνεύμα, υπό του οποίου εκυριεύθησαν οι τρεις καθαιρεθέντες Κύπριοι Μητροπολίται, οι μεγάλην κρίσιν προκαλέσαντες εν τη Εκκλησία, είχε πηγήν εκπορεύσεώς του τας Αθήνας. Ουδέν όμως, εν προκειμένω, είπον Σκέπτομαι μόνον και διαλογίζομαι, προς τί πάντα ταύτα. Θα εξηκολούθουν δε να τηρώ σιγήν περί της ευθύνης και του ρόλου της Ελληνικής Κυβερνήσεως εις το σημερινόν δράμα της Κύπρου, εάν επί της σκηνής του δράματος ήμην ο μόνος πάσχων. Αλλ’η συγκάλυψις και η σιωπή δεν επιτρέπονται, όταν πάσχη ολόκληρος ο Κυπριακός Ελληνισμός, όταν Έλληνες αξιωματικοί της Εθνικής Φρουράς, κατά προτροπήν εξ Αθηνών, υποστηρίζουν την «ΕΟΚΑ Β» εις εγκληματικήν δραστηριότητα, περιλαμβάνουσαν πολιτικάς δολοφονίας και, γενικώς, αποσκοπούσαν εις την διάλυσιν του κράτους. »Εις την προσπάθειαν διαλύσεως της κρατικής υποστάσεως της Κύπρου, μεγάλη είναι η ευθύνη της Ελληνικής Κυβερνήσεως. Το Κυπριακόν κράτος πρέπει να διαλυθή μόνον εις περίπτωσιν Ενώσεως. Μη καθισταμένης, όμως, εφικτής της Ενώσεως, επιβάλλεται η ιοχυροποίησις της κρατικής υποστάσεως της Κύπρου. Η Ελληνική Κυβέρνησις, δια της όλης στάσεώς της έναντι του θέματος της Εθνικής Φρουράς, ασκεί καταλυτικήν πολιτικήν επί του Κυπριακού κράτους. Προ μηνών, το εξ Ελλήνων αξιωματικών αποτελούμενον Γενικόν Επιτελείον της Εθνικής Φρουράς υπέβαλεν εις την Κυπριακήν Κυβέρνησιν, προς έγκρισιν, κατάλογον υποψηφίων δοκίμων εφέδρων αξιωματικών, οίτινες θα εφοίτων εις ειδικήν οχολήν, δια να υπηρετήσουν ακολούθως, κατά την διάρκειαν της στρατιωτικής θητείας των, ως αξιωματικοί. Εκ του υποβληθέντος καταλόγου, δεν ενεκρίθησαν υπό του Υπουργικού Συμβουλίου πεντήκοντα επτά εκ των υποψηφίων. Ειδοποιήθη περί τούτου γραπτώς το Γενικόν Επιτελείον. Παρά ταύτα, κατόπιν οδηγιών εξ Αθηνών, το Επιτελείον ουδόλως έλαβεν υπ’ όψιν την απόφασιν του Υπουργικού Συμβουλίου, έχοντος, βάσει νόμου, το απόλυτον δικαίωμα διορισμού αξιωματικών της Εθνικής Φρουράς. Ενεργούν ασυδότως και αυθαιρέτως, το Γενικόν Επιτελείον κατεπάτησε νόμους, περιφρόνησε την απόφασιν της Κυπριακής Κυβερνήσεως, και ενέγραψεν εις την Σχολήν Αξιωματικών τους μη εγκριθέντας υποψηφίους. Απολύτως απαράδεκτη, θεωρώ την τοιαύτην στάσιν του εκ της Ελληνικής Κυβερνήσεως εξαρτωμένου Γενικού Επιτελείου της Εθνικής Φρουράς. Η Εθνική Φρουρά είναι όργανον του Κυπριακού κράτους και υπ’αυτού πρέπει να ελέγχεται, και ουχί εξ Αθηνών. Η θεωρία περί ενιαίου αμυντικού χώρου Ελλάδος-Κύπρου έχει την συναισθηματικήν πλευράν της. Αλλ’ εν τη πραγματικότητι, διάφορος είναι η κατάστασις. Η Εθνική Φρουρά, ως έχουν σήμερον η σύνθεσις και η στελέχωσίς της, εξετράπη του σκοπού της και κατέστη εκτροφείον παρανόμων, κέντρον συνωμοσιών κατά του κράτους και πηγή τροφοδοσίας της «ΕΟΚΑ Β». Αρκεί να λεχθεί ότι, κατά την προσφάτως ενταθείσαν τρομοκρατικήν δραστηριότητα της «ΕΟΚΑ Β», αυτοκίνητα της Εθνικής Φρουράς μετέφερον οπλισμόν και μετεκίνουν εν ασφαλεία μέλη της οργανώσεως, των οποίων επέκειτο η σύλληψις. Και δια την εκτροπήν αυτήν της Εθνικής Φρουράς απόλυτον την ευθύνην έχουν Έλληνες αξιωματικοί, μερικοί των οποίων είναι από ποδών μέχρι κεφαλής αναμεμιγμένοι και συμμέτοχοι εις την δραστηριότητα της «ΕΟΚΑ Β». Και εις τούτο ευθύνης άμοιρον δεν είναι το Εθνικόν Κέντρον. Ηδύνατο η Ελληνική Κυβέρνησις, δι’απλού νεύματός της, να θέση τέρμα εις την θλιβεράν αυτήν κατάστασιν. Ηδύνατο το Εθνικόν Κέντρον να διατάξη τον τερματισμόν της βίας και της τρομοκρατίας υπό της «ΕΟΚΑ Β», διότι εξ Αθηνών αντλεί η οργάνωσις τα μέσα συντηρήσεως και την δύναμίν της, ως εγγράφως μαρτυρούν τεκμήρια και αποδείξεις. Δεν έπραξεν, όμως, τούτο η Ελληνική Κυβέρνησις. Ως ένδειξιν μιας ανεπιτρέπτου καταστάσεως, σημειώ ενταύθα παρενθετικώς, ότι και εις Αθήνας ανεγράφησαν προσφάτως συνθήματα κατ’εμού και υπέρ της «ΕΟΚΑ Β», εις τους τοίχους ναών και άλλων κτιρίων, συμπεριλαμβανομένου και του κτιρίου της Κυπριακής Πρεσβείας. Και η Ελληνική Κυβέρνησις, καίτοι γνωρίζει τους δράστας, ουδενός επεδίωξε την σύλληψιν και την τιμωρίαν, ανεχομένη κατ’αυτόν τον τρόπον προπαγάνδαν υπέρ της «ΕΟΚΑ Β». »Πολλα έχω να είπω, κύριε Πρόεδρε, αλλά δεν νομίζω ότι πρέπει να μακρηγορήσω περισσότερον. Και δια να καταλήξω, διαβιβάζω ότι η υπό Ελλήνων αξιωματικών στελεχουμένη Εθνική Φρουρά, της οποίας το κατάντημα εκλόνισε την προς αυτήν εμπιστοσύνην του Κυπριακού λαού, θα αναδιαρθρωθή επί νέας βάσεως. Εμείωσα την στρατιωτικήν θητείαν, δια να ελαττωθή η οροφή της Εθνικής Φρουράς και το μέγεθος του κακού. Πιθανώς να παρατηρηθή, ότι η ελάττωσις της δυνάμεως της Εθνικής Φρουράς, λόγω συντμήσεως της στρατιωτικής θητείας, δεν καθιστά αυτήν ικανήν να ανταποκριθή εις την αποστολήν της εν περιπτώσει εθνικού κινδύνου. Δια λόγους, τους οποίους δεν επιθυμώ ενταύθα να εκθέσω, δεν συμμερίζομαι αυτήν την άποψιν. Και θα παρεκάλουν, όπως ανακληθούν οι στελεχούντες την Εθνικήν Φρουράν αξιωματικοί εξ Ελλάδος. Η παραμονή των εις την Εθνικήν Φρουράν και η υπ’ αυτών διοίκησίς της θα είναι επιζήμιος εις τας σχέσεις Αθηνών και Λευκωσίας. Θα ήμην, εν τούτοις, ευτυχής, εάν ηθέλετε να αποστείλητε εις Κύπρον περί τους εκατόν αξιωματικούς, ως εκπαιδευτάς και στρατιωτικούς συμβούλους, δια να βοηθήσουν εις την αναδιοργάνωσιν και αναδιάρθρωσιν των ενόπλων δυνάμεων της Κύπρου. Ελπίζω, εν τω μεταξύ, να εδόθησαν εντολαί εξ Αθηνών εις την «ΕΟΚΑ Β» όπως τερματίση την δραστηριότητά της, καίτοι, εφ’όσον αύτη δεν διαλύεται οριστικώς, δεν αποκλείεται νέον κύμα βίας και δολοφονιών. »Θλίβομαι, κύριε Πρόεδρε, διότι ευρέθην εις την ανάγκην να είπω πολλά δυσάρεστα, δια να περιγράψω εις αδράς γραμμάς, με γλώσσαν ωμής ειλικρινείας, την από μακρού υφισταμένην εν Κύπρω αξιοθρήνητον κατάστασιν. Τούτο, όμως, επιβάλλει το εθνικόν συμφέρον, το οποίον έχω πάντοτε γνώμονα όλων των ενεργειών μου. Δεν επιθυμώ διακοπήν της συνεργασίας μου μετά της Ελληνικής Κυβερνήσεως. Δέον, όμως, να ληφθή υπ’ όψιν, ότι δεν είμαι διωρισμένος νομάρχης ή τοποτηρητής εν Κύπρω της Ελληνικής Κυβερνήσεως, αλλ’ εκλεγμένος ηγέτης μεγάλου τμήματος του Ελληνισμού και απαιτώ ανάλογον προς εμέ συμπεριφοράν του Εθνικού Κέντρου. »Το περιεχόμενον της παρούσης δεν είναι απόρρητον. Μετ’ εγκαρδίων ευχών, Ο Κύπρου Μακάριος»
Η συγγραφή της επιστολής Μακαρίου
ΔΕΝ είναι καθόλου αποκάλυψη, πλην όμως αποτελεί σημαντικό στοιχείο για την Ιστορία να λεχθεί, ότι για τη συγγραφή της επιστολής του Μακαρίου εργάστηκαν πολλοί στην Κύπρο. Κάθισαν για ώρες μαζί με τον Κύπριο Πρόεδρο και έγραφαν και έσβηναν, αλλά το τελικό «ρετούς» έγινε στην Αθήνα από Έλληνα διπλωμάτη, του στενού περιβάλλοντος του Κ. Καραμανλή, που είχε ενεργό ανάμειξη και στο παρασκήνιο των Συμφωνιών του 1959. Επρόκειτο για τον Άγγελο Βλάχο, Πρόξενο της Ελλάδας στην Κύπρο κατά τον απελευθερωτικό αγώνα.
Ο ΒΛΑΧΟΣ τότε ενέργησε σε πλείστες περιπτώσεις εναντίον του αγώνα της ΕΟΚΑ και του Αρχηγού της Διγενή. Μετά την ανάληψη της εξουσίας από τους συνταγματάρχες το 1967 εντάχθηκε στο στρατόπεδο των «αντιχουντικών», με το οποίο διατηρούσε στενούς δεσμούς και ο Μακάριος.
ΠΗΓΗ:(Αρχείο Νίκου Παπαναστασίου-απόσπασμα)

Σάββατο 13 Ιουνίου 2020

ΤΟ ΑΥΤΟΣΧΕΔΙΟ ΠΑΙΔΙΚΟ ΠΑΤΙΝΙ ΜΟΥ

Όσο γίνονταν βαθυστόχαστες αναλύσεις στο Facebook την παγκόσμια κατάσταση, εγώ σκεφτόμουν πιό απλοϊκά πράγματα.

Όλα ξεκίνησαν με την αναρτησή μου για τα παιγνίδια που κάναμε παιδιά. Τότε μου ήλθε στο μυαλό το πατίνι μου....

Το αυτοσχέδιο παιδικό μου πατίνι...
Πως το κατασκευάζαμε και με τι κόπο βρίσκαμε τα απαραίτητα υλικά; Εκεί ήταν και η δυσκολία.
Βασικά υλικά έπρεπε πρώτα να βεθούν οι ξύλινες τάβλες απαραίτητο υλικό για τον σκελετό του πατινιού.
Άν βρίσκαμε καμιά σανίδα φαρδιά αλλά ρετάλι, πεταμένη έξω από τα δύο ξυλουργεία της γειτονιάς, ευλαβικά την μαζεύαμε και κατευθείαν στο πεζοδρόμιο έξω από το σπίτι για κατασκευές.
Το κυριώτερο όμως ήταν τα δύο δυσεύρετα ή μάλλον για να ακριβολογήσω πολύτιμα «ρουλεμαν» (χωρίς ρόδα δεν τσούλαγε το πατίνι). Με αυτην την αναρτηση θέλω να πω στους νεαρούς γονείς που έχουν μικρά παιδιά, γυρίζοντας σε ένα όχι και τόσο προϊστορικό παρελθόν, πως τρεις σανίδες και δύο ρουλεμάν χάριζαν τόση χαρά, χωρίς Jumbo, χωρίς παιχνιδότοπους.
Πηγαίναμε στα μηχανουρφεία στην ψαρόσκαλα και ζητούσαμε από τους μηχανουργούς αν είχαν παλιά ρουλεμαν που αντικατεστησαν κάπουσε ένα μηχάνημα όταν του έκαναν επισκευή. Τυχερός αυτός που εύρισκε ρουλεμάν να μην του λείπει μπίλλια και ακόμα πιο τυχερός αυτός που τα εύρισκε και τα δύο που χρειαζόταν σε ίδιο μέγεθος.
Αγγαρεύαμε τους πάντες πατεράδες, αδέλφια και φίλους τους μεγαλύτερης ηλικίας, να βοηθήσουν στην κατασκευή σαν περισσότερο γνωρίζοντες.
Το αποτέλεσμα ένα δίτροχο ή τρίτροχο όχημα χωρίς μηχανή, χωρίς πεντάλ και χωρίς σέλα ή άλλο κάθισμα, στο οποίο ο οδηγός στέκεται όρθιος με το ένα πόδι του επάνω στο σανίδι που ενώνει τα δύο ρουλεμάν τους ενώ με το άλλο πόδι δίνει ώθηση ώστε να μετακινείται το πατίνι και τα χέρια στο τιμόνι.
Το τιμόνι κατασκευαζόταν από ένα οριζόντιο σανίδι, το οποίο επιτρέπει στην κάθετη σανίδα να γυρίζει πότε δεξιά και πότε αριστερά και πότε ίσια. Τέλος στα πατίνια μας καρφώναμε στην πίσω ρόδα και ένα είδους φρένου από χοντρό πετσι σόλας ή ένα σανιδάκι που ναι μεν ελεύθερο δεν ακούμπαγε το ρουλεμάν αλλά αν καθόσουν με το ένα πόδι σου πάνω του, γινόταν φρένο, η ασφάλεια μας δηλαδή σε κατηφορικά μέρη για να μην φάμε τα μούτρα μας.
Το οποίο φρένο ενεργοποιείται όταν το πατάει ο οδηγός με το πόδι του.
Σαν τελείωνε η κατασκευή το κάθε παιδί το διακοσμούσε με τον δικό του τρόπο την ξύλινη πρόσοψη με δεκάρες, καπάκια από αναψυχτικά ή μπυρες. αυτοκόλλητα με ποδοσφαιριστές ή και με διάφορα σχέδια που ζωγράφιζε με έντονα χρώματα.
Αγαπημένες μας πίστες , εμένα του Καταλυματία του Καζάκα του Ανεμίδη του Τσαντζαρίδη, ήταν ο μιακρύς ελαφρά κατηφορικός δρόμος της οδού Χρυσοστόμου Σμύρνης στην Ευγένεια που ξεκινούσε από το ψιλικατζίδικο του Διογένη και τέλειωνε στο 8ο Δημοτικό Σχολείο. Άλλοι αγαπημένοι χώροι για το πατίνι, οι πλακοστρωμένες πλατείες όπως η Πλατεία Ευγενείας και ασφαλτοδρομένοι δρόμοι, στις γειτονιές μας όπου γίνονταν επικοί αγώνες. Αποφεύγαμε τα μέρη που είχαν χωματένους δρόμους ή χωμάτινη επίστρωση γιατί ήταν εμπόδιο στην ταχύτητα κι όλο και κάποια πέτρα φράκαρε το ελαττωματικό σε κάθε περίπτωση ρουλεμάν του πατινιού.
Δύσκολα μπορούν να ξεχάσουν οι γείτονιες τον ντόρο που έκαναν σαν έτρεχαν ομαδικά στον κατήφορο και τα γαυγίσματα από τα τρομαγμενα σκυλιά που δεν έλεγαν να ηρεμήσουν.
ΡΕ ΤΙ ΘΥΜΗΘΗΚΑ.... ΑΞΕΧΑΣΤΕΣ ΕΠΟΧΕΣ...
(δεν εχω καμμια φωτο μου με το πατίνι μου. Βρήκα μια στο διαδίκτυο, ενός πιτσιρικά της εποχής μου πάνω-κάτω, με ένα πατίνι περίπου σαν το δικό μου (εμένα δεν είχε κάθισμα) για να πάρετε μια ιδέα)

ΚΩΣΤΑΣ ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΗΣ

Η δολοφονία, του Παπαεπιφάνη από Τουρκοκύπριους

ΚΥΠΡΟΣ 1974 
"ΣΥΜΠΑΤΡΙΩΤΕΣ" ΤΟΥΡΚΟ"ΚΥΠΡΙΟΙ" ΒΑΣΑΝΙΣΑΝ ΑΠΑΝΘΡΩΠΑ ΚΑΙ ΣΚΟΤΩΣΑΝ ΤΟΝ ΙΕΡΕΑ ΠΑΠΑΕΠΙΦΑΝΙΟΥ


O Παπαεπιφάνιος Ιωάννου (κατά κόσμον Εφραίμ) γεννήθηκε το 1919 στο χωριό Μηλικούρι, ήταν παντρεμένος με την Πρεσβυτέρα Άννα Παπαεπιφανίου και ήταν πατέρας τριών παιδιών.
Εργάστηκε σε διάφορα επαγγέλματα. Ακολούθως υπηρέτησε την Εκκλησία ως κληρικός. Χειροτονήθηκε το 1956 και υπήρξε εφημέριος του Ιερού Ναού στην Αγκαστίνα.
Ο Παπαεπιφάνιος Ιωάννου ήταν φλογερός Αγωνιστής της ελευθερίας. Αγωνίστηκε κατά το 1955-59 και κατά τη διάρκεια της τουρκανταρσίας το 1963-64.
Λόγω της Εθνικής και Χριστιανικής του δράσης ήταν ιδιαίτερα μισητός στους Τουρκο«κύπριους» του χωριού.
Κατά την τουρκική εισβολή τον Αύγουστο του 1974, οι Έλληνες του χωριού της Αγκαστίνας οπισθοχωρούσαν για να σωθούν από τους Τουρκο«κύπριους» και έτσι και αυτός διέφυγε με την οικογένεια του στη Λεμεσο για να βρει καταφύγειο στους συγγενείς της γυναίκας του, για την οικογένεια του, ενώ ο ίδιος επέστρεψε στην Αγκαστίνα για να βρει το γιο του οποίος είχε ήδη συλληφθεί από τους Τουρκο«κύπριους» και αφού παραδόθηκε στους Τούρκους εισβολής, οδηγήθηκε στα Άδανα της Τουρκίας.
Ενώ έψαχνε για το γιο του και καθώς βοηθούσε και άλλους συγχωριανούς του να διαφύγουν από την μανία των βαρβάρων Τούρκων της Κύπρου.
Συνελήφθηκε από τους Τουρκο«κύπριους» και βασανίστηκε απάνθρωπα από αυτούς που οι προδότες της Κύπρου τολμούν να τους ονομάζουν αδελφούς τους. Συγκλονιστικές οι λεπτομέριες από τον μαρτυρικό θάνατο του αγωνιστή Ιερέα.
Συγκλονιστικές οι μαρτυρίες κατοίκων οι οποίοι άκουγαν τις φωνές του όταν οι Τούρκοι τον βασάνιζαν, τον κτυπούσαν και ξεριζώνοντας τα γένια του τραβόντας τα. Στη συνέχεια ο Παπαεπιφάνιος αναγκάστηκε από τους Τουρκο«κύπριους» να σκάψει τον τάφο του, αποκεφαλίστηκε και έτσι τέλειωσε το μαρτύριό του και πέρασε στην Αθανασία. Το Πάνθεον των Ηρώων άνοιξε τις Πύλες του για να υποδεχθεί ένα Ήρωα που έζησε ολόκληρη τη ζωή του αγωνιζόμενος υπέρ ΠΙΣΤΕΩΣ και ΠΑΤΡΙΔΟΣ.
Μαρτυρία από τουρκο«κύπριο» ο οποίος ήταν παρών στο καφενείο του χωριού της Αγκαστίνας αναφέρει ότι μετά τη στυγερή δολοφονία του Παπαεπιφάνιου, ένας Τουρκο«κύπριος» πήρε το κεφάλι του Ιερέα, το έβαλε σε ένα δίσκο και το πήρε στο καφενείο για να χλευάσει μαζί με τους υπόλοιπους τουρκο«κύπριους» αδελφούς των νεο-Νενέκων και των Απάτριδων, τη μνήμη αυτού του Μάρτυρα της Πίστης και της Πατρίδας.
Τα οστά του Ήρωα βρέθηκαν στη Μια Μηλιά και ταυτοποιήθηκαν με τη μέθοδο του DNA.
ΑΦΙΕΡΩΜΕΝΟ ΣΕ ΟΣΟΥΣ ΑΠΟΚΑΛΟΥΝ ΤΟΥΣ ΤΟΥΡΚΟΚΥΠΡΙΟΥΣ  "ΑΔΕΛΦΙΑ" ΤΟΥΣ...


Κ.Δημητριάδης

Παρασκευή 12 Ιουνίου 2020

ΗΤΑΝ ΜΟΝΟ ΤΡΙΑΚΟΣΙΟΙ - Η ΜΑΧΗ ΤΟΥ ΣΤΡΑΤΟΠΕΔΟΥ ΤΗΣ ΕΛΔΥΚ

ΗΤΑΝ ΜΟΝΟ ΤΡΙΑΚΟΣΙΟΙ
5. Η ΜΑΧΗ ΤΟΥ ΣΤΡΑΤΟΠΕΔΟΥ ΤΗΣ ΕΛ.ΔΥ.Κ.

του Κωνσταντίνου Δημητριάδη


Π
ολλές φορές στην πλούσια Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, πολλά ιστορικά γεγονότα διανθίζονται από αριθμούς που ουσιαστικά δεν παίζουν κανένα ρόλο στην εξέλιξή τους.
Αυτό αν το παρατηρήσει κανείς, δεν συμβαίνει πάντα. Υπάρχει ένας αριθμός που αποτελεί τον σημείο κατατεθέν, σε ότι φανερώνει αυταπάρνηση, φιλοπατρία, γενναιότητα και θυσία.
Είναι ο αριθμός 300...

Και ερχόμαστε 33 χρόνια μετά από την Μάχη του Οχυρού Ιστίμπεη, στην πολύπαθη Κύπρο μας. 

Κάπου εκεί στον χώρο μεταξύ Γερόλακκου και Αγίου Δομετίου, που βρισκόταν το μεγάλο Στρατόπεδο «Ταγματάρχη Δ.Πούλιου», το Στρατόπεδο της ΕΛ.ΔΥ.Κ., που εγκαταστάθηκε στο κυπριακό έδαφος, με βάση τις προβλέψεις των Συμφωνιών Ζυρίχης και Λονδίνου και μετά την ανακήρυξη του ανεξάρτητου Κυπριακού Κράτους το 1960.
Είναι ξημέρωμα της 16ης Αυγούστου 1974.
Έχει προηγηθεί η πρώτη φάση της τουρκικής εισβολής και πλέον βρισκόμαστε στην 3η ημέρα της δεύτερης φάσης, γνωστή ως «Αττίλας ΙΙ».
Ήδη οι τούρκοι προσπαθούν να καταλάβουν το Ελληνικό Στρατόπεδο από το πρωΐ της 14ης Αυγούστου, αλλά χωρίς αποτέλεσμα.


Η ενισχυμένη διλοχία των Ελδυκάριων, που αφέθηκε με διαταγή του Διοικητή Συνταγματάρχη ΠΖ Νικόλαου Νικολαΐδη να υπερασπισθεί «μέχρις εσχάτων» το Στρατόπεδο, με επικεφαλής τον «φρέσκο» Υποδιοικητή της (ανέλαβε 10/8/74) Αντισυνταγματάρχη ΠΖ Παναγιώτη Σταυρουλόπουλο, τους έχει συγκρατήσει επί 50 περίπου ώρες.
Την 16η λοιπόν, αρχίζει η σφοδρότερη μέρα των μαχών αυτού του 3ημερου αγώνα, που έμελλε να είναι και η τελευταία. Από το χάραμα έκανε την εμφάνισή της η Τουρκική αεροπορία, σφυροκοπώντας τις θέσεις των αμυνομένων μαζί με το Πυροβολικό, τους όλμους και τα όπλα ευθυτενούς τροχιάς. Τα πυρά έσκαβαν όλο τον χώρο στην γραμμή της ελληνικής αμύνης. Οι απαγορευμένες από τον ΟΗΕ βόμβες Ναπάλμ που έριχναν τα τουρκικά
F-100D έκαιγαν τα πάντα και σε μεγάλη ακτίν γύρω από το σημείο που έπεφταν.
Μετά το σφυροκόπημα, ξεκίνησε η πρωινή πρώτη επίθεση των Τούρκων σε όλο το μέτωπο της γραμμής αμύνης μας. Αυτή η επίθεση του πεζικού αποκρούστηκε, όπως και τις προηγούμενες μέρες. Όμως οι επιθέσεις των τούρκων άρχισαν να γίνονταν ανά κύματα και επέμεναν παρά τις μεγάλες τους απώλειες. Η πίεση μεγάλωνε. Προφανώς γνώριζαν ότι επρόκειτο να γίνει «κατάπαυση του πυρός» μέχρι το απόγευμα και προσπαθούσαν η έναρξή της να τους βρει κυρίαρχους του στρατοπέδου.
Γύρω στις 10:00 ξεκίνησε η δεύτερη επίθεσή τους κατά του 4ου Λόχου και του πετσοκομμένου Λόχου Διοικήσεως ενώ ταυτόχρονα καθήλωναν τον 2ο Λόχο ταυτόχρονη με προσβολή από την μεριά της ΤΟΥΡΔΥΚ και από την αεροπορία τους.

Οι Ελδυκάριοι χτυπούσαν τους επιτιθέμενους Τούρκους αλύπητα, παρόλο που όλμοι και πυρά πυροβολικού έσκαγαν με μια ταχύτατη συχνότητα ανάμεσα στα ορύγματά τους.
Κανείς δεν δείλιασε. Κανείς δεν έφυγε. Όλοι μάχονταν με πείσμα, αποφασισμένοι να υπερασπισθούν το Στρατόπεδό τους. Γιατί το στρατόπεδό τους ήταν «Ελλάδα»!
Οι Τούρκοι δεν σταματούσαν τις απανωτές επιθέσεις σε κύματα. Διαρκή σφυρίγματα των επικεφαλής των, έδιναν το σύνθημα για νέα επίθεση.
Γύρω στις 11.30 ξεκίνησε η τελευταία και μοιραία επίθεση των Τούρκων.
Τα τούρκικα άρματα προχωρούσαν και προστάτευαν το πεζικό που ακολουθούσε. Οι άνδρες της ΕΛΔΥΚ τους χτυπούσαν χωρίς σταματημό.
Αλλά μπορείς να σταματήσεις τα άρματα με τυφέκια Μ1; 
Το πυροβολικό της 187 ΜΠΠ χτυπούσε ακόμα και επιβράδυνε την πορεία των αρμάτων, αλλά δεν την ανέκοπτε. Τα άρματα που έρχονταν από τον Γερόλακκο έφτασαν κοντά στις θέσεις του Λόχου Διοικήσεως, οι άνδρες του οποίου παρότι δευτερευουσών ειδικοτήτων μάχονταν με απερίγραπτη αυτοθυσία!
Τότε χάθηκε ο ΗΡΩΑΣ επικεφαλής της Διμοιρίας Μηχανικού, ο Λοχαγός από την Μάνη Σωτήρης Σταυριανάκος. Στην προσπάθειά του να ακινητοποιήσει ένα άρμα, πυροβολώντας τον οδηγό του σχεδόν εξ επαφής, όπως το είχε ξανακάνει, εντοπίστηκε από τον πυροβολητή άλλου άρματος που ήταν κοντά και βλήθηκε στο κεφάλι, πεθαίνοντας ακαριαία. Στην προσπάθεια του ο στρατιώτης Μάριος Βολακάκης να τραβήξει προς τις ελληνικές θέσεις το σώμα του άτυχου Λοχαγού, δέχεται βροχή από σφαίρες και πέφτει νεκρός.
Οι Τούρκοι λοιπόν είχαν πλησιάσει τόσο πολύ – ιδιαίτερα στο Ύψωμα Β’ – που σε κάποιες περιπτώσεις είχαν «σπάσει» τις γραμμές μας και τα άρματα περνούσαν πάνω από τα ορύγματα.
Εκεί υπήρξαν μάχες σώμα με σώμα, απερίγραπτου ηρωισμού, όπου γραφιάδες, ταχυδρομικοί, οδηγοί, μάγειροι, νοσοκόμοι, οπλουργοί, καψιμιτζήδες, τεχνίτες, μουσικοί, αποθηκάριοι, έδειξαν ότι ανεξαρτήτως ειδικότητας ο Έλληνας στρατιώτης υπερέχει παρασάγγας σε ηρωισμό από οποιονδήποτε άλλον στρατιώτη!
Όμως, στην πιο κρίσιμη στιγμή, σταμάτησαν οι βολές του πυροβολικού μας, με την ακατανόητη δικαιολογία ότι δεν είχαν άλλα βλήματα! (σ.σ. εκ των υστέρων αποδείχθηκε ότι η 187 ΜΠΠ που υποστήριζε την ΕΛΔΥΚ είχε βλήματα, αλλά κατόπιν διαταγής της ΔΠΒ του ΓΕΕΦ, διετάχθη να αρχίσει βολές δυτικά, στον άξονα Λευκωσίας-Μόρφου). Και παρά ταύτα καμιά άλλη πυροβολαρχία ή μοίρα (πχ η 182 ΜΠΠ που βρισκόταν κοντά) δεν διατάχθηκε να συνεχίσει τα πυρά ανασχέσεως αρμάτων μπροστά από την ΕΛΔΥΚ...


Με την παύση των πυρών τα Τουρκικά άρματα πέρασαν πάνω από την γραμμή του Λόχου Διοικήσεως, καθιστώντας την κατάσταση στο Ύψωμα Β’ απελπιστική!
Εφεδρείες δεν υπήρχαν, αντιαρματικά δεν υπήρχαν, τα πυρομαχικά τελείωναν, οι άνδρες είχαν υπερβεί κατά πολύ τα όρια της αντοχής τους, οι απώλειες ήταν βαριές και αυξάνονταν λεπτό με λεπτό. Σε λίγο τα άρματα των Τούρκων θα έκλειναν σαν λαβίδα την όλη παράταξη αμύνης, εγκλωβίζοντας όλους τους μαχόμενους υπερασπιστές του Στρατοπέδου!
Ο Στρατοπεδάρχης και επικεφαλής των Δυνάμεων Αμύνης του Στρατοπέδου από το εκκλησάκι του Αγ.Γεωργίου που βρισκόταν, διαβλέποντας τον φανερό κίνδυνο αποκοπής των δύο Λόχων Τυφεκιοφόρων που ακόμα κρατούσαν τις γραμμές τους,  περί την 13:30 και κατόπιν μεγάλης ψυχολογικής του πίεσης, διέταξε «σύμπτυξιν εν ημέρα και υπό την ισχυράν πίεσιν του εχθρού.


Ήταν ταυτόχρονα η στιγμή που τα Τουρκικά άρματα πέρναγαν τα εξωτερικά συρματοπλέγματα του Στρατοπέδου και έμπαιναν από παντού μέσα σε αυτό. Άρχισε τότε μια μάχη όπου έβλεπες την απόγνωση, τον θυμό και τον ηρωισμό, να αναμιγνύονται με το πανάρχαιο αίσθημα που προσδίδει ο αγώνας επιβίωσης.
Οι Ελδυκάριοι υποχωρούσαν πολεμώντας προς την Σχολή Γρηγορίου κι από εκεί προς τα υψώματα Κολοκασσίδη, αλλά και προς την Μακεδονίτισσα, υπό την μερική κάλυψη του 212  ΤΠ. Τότε ήταν που χάθηκαν και οι περισσότεροι έλληνες στρατιωτικοί αυτής της μάχης.
Μέσα στην αντάρα της μάχης η διαταγή της υποχώρησης δεν πήγε σε όλους τους λόχους. Η σημαία στο Διοικητήριο κυμάτιζε ακόμα, δείγμα ότι ο 2ος λόχος δεν είχε ειδοποιηθεί, προφανώς λόγω απώλειας του αγγελιοφόρου που είχε σταλθεί να τους ειδοποιήσει.
Το καθήκον αυτό κλήθηκε να πράξει τελικά ο ίδιος ο Αντισυνταγματάρχης Σταυρουλόπουλος πηγαίνοντας επιτόπου με το τζιπ του, ειδοποιώντας τους για την διαταγή του και δίνοντας εντολή να διασωθεί η σημαία που βρισκόταν ακόμα επί του ιστού προκειμένου να μην πέσει λάφυρο στα χέρια των τούρκων.
Αμέσως μετά κατευθύνθηκε προς την Πύλη και καθοδηγούσε ο ίδιος τους άνδρες που υποχωρούσαν προς το Αγγλικό Κολλέγιο.
Ο Υπλγός Κόλλιας του 2ου Λόχου, πρέπει να ήταν και ο τελευταίος Ελδυκάριος που εγκατέλειψε το Στρατόπεδο. Πριν από αυτόν, δύο-τρία λεπτά το είχε εγκαταλείψει και ο Στρατοπεδάρχης του. Ήταν περίπου 4 και κάτι το απόγευμα!
Στον χώρο πίσω από την Σχολή Γρηγορίου ήταν δύο άρματα  Μ48 των Τούρκων κατεστραμμένα. Τα  κατέστρεψε μια ομάδα των αντιαρματιστών Λοκατζήδων «των Νοράτλας» της Α’ ΜΚ/Γ’ ΜΑΚ υπό τον Ανθυπολοχαγό Κοϊμτζόγλου. Έτσι τα άρματα αυτά δεν έκοψαν την δίοδο διαφυγής των Ελδυκάριων.
Οι Τούρκοι μετά τις εκκαθαριστικές επιχειρήσεις μέσα στο Στρατόπεδο, κατά το συνήθειό τους δεν σεβάστηκαν τους ΗΡΩΕΣ νεκρούς μας. Σε κάποιους έκοψαν τα κεφάλια και τα έβαλαν πάνω στο δρόμο του Γερόλακκου και την Πύλη του και τα φωτογράφιζαν.
Η διαχρονικοί βαρβαρότης των απόγονων των Μογγόλων της Ασιατικής Στέππας σε όλο της το μεγαλείο. Ήταν τόσο το μίσος τους για τους άνδρες της ΕΛΔΥΚ.
Δεν μπορούσαν να διανοηθούν ότι ΜΟΝΟ 318 άνδρες εγκαταλελειμμένοι από όλους, χωρίς άρματα, χωρίς αντιαρματικά, χωρίς αεροπορία, αντιμετώπισαν επιτυχώς για 60 ώρες, ένα στράτευμα αποτελούμε από 6.900 περίπου πάνοπλους Τούρκους στρατιώτες, ενισχυμένους με 4 Ίλες αρμάτων (περίπου 60 άρματα), Πυροβολικό, όλμους και βέβαια την πανταχού παρούσα Τουρκική Αεροπορία!
Μια αναλογία ένας Έλληνας εναντίον είκοσι δύο Τούρκων (1:22)!
Ήταν οι 300 ήρωες της ΕΛΔΥΚ...

Δημοσιεύτηκε στο Περιοδικό ΕΘΝΙΚΗ ΦΡΟΥΡΑ & ΑΜΥΝΑ τεύχος 44ο

ΗΤΑΝ ΜΟΝΟ ΤΡΙΑΚΟΣΙΟΙ - ΟΧΥΡΟ ΙΣΤΙΜΠΕΗ


ΗΤΑΝ ΜΟΝΟ ΤΡΙΑΚΟΣΙΟΙ
3. ΟΧΥΡΟ ΙΣΤΙΜΠΕΗ

του Κωνσταντίνου Α. Δημητριάδη

Πολλές φορές στην πλούσια Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, πολλά ιστορικά γεγονότα διανθίζονται από αριθμούς που ουσιαστικά δεν παίζουν κανένα ρόλο στην εξέλιξή τους.
Αυτό αν το παρατηρήσει κανείς, δεν συμβαίνει πάντα. Υπάρχει ένας αριθμός που αποτελεί τον σημείο κατατεθέν, σε ότι φανερώνει αυταπάρνηση, φιλοπατρία, γενναιότητα και θυσία. Είναι ο αριθμός 300...


Μετά 116 χρόνια από την Μάχη στο Μανιάκι πάμε στο Οχυρό Ιστίμπεη, που απέχει 16 χιλιόμετρα από το Ν.Πετρίτσι και βρίσκεται στο ύψωμα Κερκίνη (Μπέλες).
Απέχει 250 περίπου μέτρα από τα ελληνοβουλγαρικά σύνορα, και βρίσκεται σε υψόμετρο 1.339 μέτρων.
Το Οχυρό αποτελούσε τµήµα του συγκροτήµατος των Οχυρών της Γραμμής Μεταξά κι είχε ως αποστολή την απαγόρευση της πρόσβασης μέσω της οδού από Πετρίτσι προς Ν.Πετρίτσι, σε συνδυασμό με τα οχυρά Άσπρη Πέτρα και Στήριγμα.
Διοικητής ήταν ο Ταγματάρχης ΠΖ Ξανθός Πικουλάκης και διέθετε 10 αξιωματικούς και 300 στρατιώτες μέσα στο Οχυρό.
Στις 05:15 της 6ης Απριλίου 1941, τα γερµανικά στρατεύµατα που βρίσκονταν στη Βουλγαρία, εισέβαλαν στην Ελλάδα και ανάμεσα στα άλλα χτύπησαν και το Οχυρό.
Ο Πικουλάκης, ψύχραιμος μέσα στο οχυρό, δίνει διαταγές για αντίσταση μέχρις εσχάτων, στους δέκα αξιωματικούς του, οι οποίοι την μεταφέρουν στους οπλίτες που παίρνουν θέσεις μάχης στα πολυβολεία τους.
Στις 06:00 ώρα, πολυάριθµοι σχηματισμοί αεροπλάνων «Στούκας» (καθέτου εφορμήσεως),  άρχισαν να σφυροκοπούν την επιφάνεια του οχυρού. Με αυτον τον τρόπο κατέστρεψαν το µοναδικό αντιαεροπορικό πολυβολείο, που µέχρι τη στιγµή εκείνη είχε καταφέρει να καταρρίψει 4 εχθρικά αεροπλάνα.
Στις 07:00 ώρα, αφού σταµάτησε ο βοµβαρδισµός, ο εχθρός άρχισε να επιτίθεται µε πυκνά κύµατα πεζικού. Σφοδρές μάχες διεξάγονται γύρω από το οχυρό και ολόκληρα εχθρικά τµήµατα αποδεκατίζονται.
Οι υπερασπιστές του, έξω από αυτό δεν αφήνουν τους γερμανούς να πλησιάσουν, μιάς και η αντιαρματική σειρά από τα «Δόντια του Δράκοντα» (τα αντιαρματικά τσιμεντένια κωλύμματα), είχαν καθηλώσει σε απόσταση τα γερμανικά άρματα «Πάντσερ».
Δυστυχώς όμως ο συνεχής βομβαρδισμός από την αεροπορία ανάγκασε τους υπερασπιστές να μπουν εντός του οχυρού και να βάλλουν πλέον μόνο από τα φατνώματά του.
Περί και τις 08:00 ώρα ο εχθρός κατόρθωσε να πλησιάσει, να θέσει πόδα επί της επιφανείας του οχυρού. Για να εκτονωθεί η πίεση επί των αµυνοµένων, διετάχθη από τον Πικουλάκη αντεπίθεση το μεσημέρι, η οποία όμως τελικά απέτυχε λόγω της τεράστιας υπεροχής του εχθρού σε πυροβολικό και αεροπορία.
Κατά τις πρώτες νυκτερινές ώρες, οι Γερµανοί, εισέρχονται στο εσωτερικό του οχυρού, αλλά µετά από σκληρές μάχες μέσα στις δαιδαλώδεις στοές του, τελικά απωθούνται.
Το πρωϊ της 7ης Απριλίου, βρήκε το Οχυρό να συνεχίζει το σκληρό και επικό αγώνα του. Όλα τα επιφανειακά έργα του έχουν καταστραφεί.
Τότε πλέον η δύναμη του πυρός έδωσε την θέση της στον χημικό πόλεμο.
Την προηγουμένη οι Γερµανοί είχαν καταφέρει να φράξουν τα φατνώµατα των πολυβολείων και των υπολοίπων έργων, αφού πλησίασαν με την βοήθεια φλογοβόλων που έστεναν τις πύρινες γλώσσες τους μέσα σε αυτά. Έτσι κατάφεραν και πλησίασαν και ανέβηκαν στον βράχο μέσα στον οποίο ήταν σκαμένο το οχυρό.
Εκεί με προσοχή βρήκαν μία προς μία τις εξόδους των αεραγωγών του και άρχισαν να διοχετεύουν αποπνικτικά αέρια και να κατορθώνουν για να δηµιουργήσουν ανυπόφορη κατάσταση, μέχρι ασφυξίας για τους υπερασπιστές του. Οι άνδρες μέσα στο οχυρό δεν μπορούσαν πλέον να αναπνεύσουν και προ της απειλής του θανάτου από ασφυξία, ο ∆ιοικητής του Οχυρού περί την 16:00 ώρα, διέταξε την παράδοσή του.
Αξιωματικοί και οπλίτες κατάκοποι, λυπημένοι, εξαντλημένοι από το διήμερο αγώνα, αλλά υπερήφανοι γιατί έκαναν το καθήκον τους στο ακέραιο, συλλαμβάνονται και οδηγούνται αιχμάλωτοι στο βουλγαρικό έδαφος, όπου παρέμειναν κάτω από άθλιες συνθήκες που δημιούργησε για αυτούς ο βουλγαρικός στρατός (δεν ξεχνούσαν οι βούλγαροι την ήττα τους στο Β’ Βαλκανικό Πόλεμο) μέχρι



που υπεγράφη το Πρωτόκολλο Συνθηκολόγησης  την 9η  Απριλίου 1941, οπότε οδηγήθηκαν στη μεθόριο και αφέθηκαν ελεύθεροι.
Οι απώλειες της φρουράς του Οχυρού ανήλθαν σε 25 νεκρούς και 70 τραυματίες, ενώ των Γερμανών ήταν πάνω από 800 νεκροί και τραυματίες.
Οι Γερμανοί μίλησαν για τον ηρωισµό και τη γενναιότητα των 300 υπερασπιστών του Οχυρού Ιστίμπεη. Έαν δεν διέθεταν συντριπτική υπεροχή σε αεροπλάνα, άρµατα, πυροβόλα και βιοχημικά όπλα, η πτώση του Οχυρού θα ήταν αδύνατη.

Δημοσιευτηκε στο Περιοδικο ΕΘΝΙΚΗ ΦΡΟΥΡΑ & ΑΜΥΝΑ τεύχος 44ο

ΗΤΑΝ ΜΟΝΟ ΤΡΙΑΚΟΣΙΟΙ - Η ΜΑΧΗ ΣΤΟ ΜΑΝΙΑΚΙ



ΗΤΑΝ ΜΟΝΟ ΤΡΙΑΚΟΣΙΟΙ
3. Η ΜΑΧΗ ΣΤΟ ΜΑΝΙΑΚΙ
του Κωνσταντίνου Δημητριάδη

Π
ολλές φορές στην πλούσια Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, πολλά ιστορικά γεγονότα διανθίζονται από αριθμούς που ουσιαστικά δεν παίζουν κανένα ρόλο στην εξέλιξή τους.
Αυτό αν το παρατηρήσει κανείς, δεν συμβαίνει πάντα. Υπάρχει ένας αριθμός που αποτελεί τον σημείο κατατεθέν, σε ότι φανερώνει αυταπάρνηση, φιλοπατρία, γενναιότητα και θυσία.
Είναι ο αριθμός 300...

Μετά 372 χρόνια από την πτώση της Βασιλεύουσας, εκεί στα 1825, η Ελληνική Επανάσταση διέτρεχε μεγάλο κίνδυνο, όχι μόνο από τον Ιμπραήμ, αλλά και εξαιτίας του ταυτόχρονου εμφύλιου σπαραγμού.
Ο Αιγύπτιος Πασάς, μετά την κατάληψη του Νιόκαστρου στην Πύλο, γρήγορα έγινε κυρίαρχος σχεδόν όλης της Μεσσηνίας και ετοιμαζόταν να βαδίσει κατά της Τριπολιτσάς, που κατείχαν οι Έλληνες από το 1822.
Στις απελευθερωμένες περιοχές κυβερνούσε το «Εκτελεστικό» υπό τον Γεώργιο Κουντουριώτη, ενώ οι αρκετοί οπλαρχηγοί (Κολοκοτρώνης, Δεληγιάννης κ.ά.) βρίσκονταν στις φυλακές, θύματα της εμφύλιας διαμάχης. Ο Παπαφλέσσας, που ασκούσε καθήκοντα Υπουργού Στρατιωτικών, διείδε τον κίνδυνο που διέτρεχε η Επανάσταση και παρότι πολιτικός φίλος του Κουντουριώτη και αντίπαλος του Κολοκοτρώνη, εισηγήθηκε την απελευθέρωση των φυλακισμένων οπλαρχηγών, αλλά δεν εισακούστηκε.
Συν τοις άλλοις, προσπάθησε να οργανώσει ένα επαρκές στράτευμα για την αντιμετώπιση του Ιμπραήμ, μπαίνοντας ο ίδιος επικεφαλής, αλλά κι εκεί συναντούσε απροθυμία από όλους.
Στα μέσα Μαΐου, αποφάσισε να αναλάβει δράση και να αντιπαρατεθεί ο ίδιος με τον εχθρό, σε μια προσπάθεια να αφυπνίσει τους Έλληνες.
Με λίγους άνδρες αναχώρησε από το Ναύπλιο και αφού διέσχισε την Πελοπόννησο κατέλαβε την ανατολική πλευρά του όρους Μάλα στο Μανιάκι της Μεσσηνίας, ένα λόφο που «βλέπει» όλη την περιοχή μέχρι το Νιόκαστρο και από όπου θα είχε καλύτερη εποπτεία των κινήσεων του εχθρού.
Ο Ιμπραήμ με τις υπηρεσίες πληροφοριών που διέθετε, εντόπισε εύκολα τις θέσεις των ανδρών του Παπαφλέσσα και κινήθηκε εναντίον του με 12.000 πεζούς και ιππείς. Ο Παπαφλέσσας μόλις και μπόρεσε να παρατάξει 800 άνδρες.
Κατασκεύασε πρόχειρα προχώματα (ταμπούρια) και παρέταξε τους άνδρες τους σε άμυνα τριών σειρών. Κάποιοι από τους οπλαρχηγούς, του πρότειναν να δώσουν αλλού τη μάχη, επειδή η περιοχή ήταν ακατάλληλη και διότι θεώρησαν ότι τα ταμπούρια που είχαν κατασκευάσει θα ήταν εύκολη υπόθεση για το αιγυπτιακό ιππικό.
Ο Παπαφλέσας επέμεινε να δώσει τη μάχη στο Μανιάκι, υπολογίζοντας στις ενισχύσεις που περίμενε ή τουλάχιστον που έτσι άφηνε να φανεί, για να τονώσει το ηθικό των ανδρών του.
Η αλήθεια είναι ότι ο Γρηγόριος Δικαίος (το κοσμικό όνομα του Παπαφλέσσα), ήξερε ότι κανείς δεν θα ερχόταν τελικά, αλλά πίστευε ακράδαντα ότι έπρεπε να σταθεί μπροστά στον Ιμπραήμ, δείχνοντας ότι δεν τον φοβάται, ακόμα κι αν έπρεπε να χαθεί, γιά να συνταράξει με την γενναιότητά του, τους τρομοκρατημένους Έλληνες και να τους κάνει να ψυχωθούν.
Με τη θέα λοιπόν των ορδών του Ιμπραήμ στις 19 Μαΐου 1825, αρκετοί από τους Έλληνες καταλήφθηκαν από φόβο και αρνήθηκαν να πολεμήσουν και σχεδόν αμέσως άρχισαν οι διαρροές και οι λιποταξίες. Το σύνθημα της αποχώρησε έδωσε ένας μανιάτης οπλαρχηγός με καμιά δεκαριά άνδρες που κίνησε για τα ξερόβραχα της Μάνης και στη συνέχεια η φυγή γενικεύτηκε μαζικά. Το ελληνικό στρατόπεδο πλέον δεν αριθμούσε πάνω από 300 άνδρες.
Η μάχη άρχισε το πρωί της 20ης Μαΐου 1825 και κράτησε περίπου οκτώ ώρες.
Για τους πεπειραμένους Αιγύπτιους και τους Γάλλους αξιωματικούς τους, δεν ήταν εύκολο να κάμψουν την αντίσταση των λιγοστών Ελλήνων κι αυτό διότι και οι 300 πολέμησαν με υπέρμετρη γενναιότητα επί τόσες ώρες.
Τα ταμπούρια τους έμεναν απλησίαστα από το Οθωμανικό πεζικό που όταν εφορμούσε δεχόταν βροχή τα βόλια των τριακοσίων.
Κάποια στιγμή που ο Ιμπραήμ αποκαμωμένος με τα αποτυχημένα συνεχή γιουρούσια του στρατεύματός διέταξε «γενική επίθεση» και των 12.000 ανδρών του, τα καρυοφίλια πλέον δεν προλάβαιναν να απωθήσουν τους «αραπάδες» του Αιγύπτιου Πασά.
Έτσι τελικά οι άνδρες του Ιμπραήμ και με την βοήθεια του ιππικού τους, εισέβαλαν μετά από αλλεπάλληλες συνεχείς επιθέσεις στα ταμπούρια των Ελλήνων και τους σκότωσαν σχεδόν όλους, ανάμεσά τους και τον Παπαφλέσσα, ο οποίος βρισκόταν στο πρώτο ταμπούρι δίπλα από την Ελληνική επαναστατική σημαία.



Μετά την μάχη, ο Ιμπραήμ παρότι αλλόθρησκος ζήτησε να του φέρουν μπροστά του την σορό του Παπαφλέσσα. Αφού λοιπόν έβαλε και τον έστησαν έτσι όπως ήταν αιματοβαμμένος σε ένα δένδρο, τον φίλησε στο μέτωπο σαν ένδειξη περιστασιακού σεβασμού σε έναν γενναίο αντίπαλο.
Μετά όμως, κατά τα γνώριμα ήθη των Οθωμανών, διέταξε να του κόψουν το κεφάλι και να το περιφέρουν στο στράτευμα σαν λάφυρο.
Η Μάχη στο Μανιάκη ήταν μια άνιση μάχη από όλες τις πλευρές και έφερε στη μνήμη πολλών τη Μάχη των Θερμοπυλών και τη θυσία των 300 του Λεωνίδα

Δημοσιεύτηκε στο Περιοδικό ΕΘΝΙΚΗ ΦΡΟΥΡΑ & ΙΣΤΟΡΙΑ τεύχος 44ο

ΗΤΑΝ ΜΟΝΟ ΤΡΙΑΚΟΣΙΟΙ... - ΠΥΛΗ ΑΓΙΟΥ ΡΩΜΑΝΟΥ

ΗΤΑΝ ΜΟΝΟ ΤΡΙΑΚΟΣΙΟΙ 2. ΠΥΛΗ ΑΓΙΟΥ ΡΩΜΑΝΟΥ
του Κωνσταντίνου Α. Δημητριάδη

Πολλές φορές στην πλούσια Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, πολλά ιστορικά γεγονότα διανθίζονται από αριθμούς που ουσιαστικά δεν παίζουν κανένα ρόλο στην εξέλιξή τους.
Αυτό αν το παρατηρήσει κανείς, δεν συμβαίνει πάντα. Υπάρχει ένας αριθμός που αποτελεί τον σημείο κατατεθέν, σε ότι φανερώνει αυταπάρνηση, φιλοπατρία, γενναιότητα και θυσία. Είναι ο αριθμός 300...

Μιά ακόμα σημαντική στιγμή όπου ο αριθμός «300» την έχει σημαδέψει εμφανίζεται 1.933 χρόνια μετά από την Μάχη των Θερμοπυλών, στα Θεοδοσιανά τείχη της Βασιλεύουσας (Κωνσταντινουπόλεως), εκεί μπροστά στο Μέγα τείχος, τα ξημερώματα της Τρίτης 29ης Μαΐου 1453.
Λίγο μετά τα μεσάνυχτα η πεδιάδα του Λύκου ποταμού, γέμιζε αργά από ένα ανθρώπινο ποτάμι. Δεκάδες χιλιάδες στρατιώτες ο ένας δίπλα στον άλλο συγκεντρώνονταν και ετοιμάζονταν για την τελική επίθεση.
Στην πρώτη γραμμή οι «άτακτοι», οι βασιβουζούκοι, το ανομοιογενές ασκέρι που ακολούθησε τον Σουλτάνο στην εκστρατεία του για το πλιάτσικο. Χωρίς «πιστεύω», χωρίς φιλοπατρία. Μόνο για το πλιάτσικο.
Ψηλά από τα τείχη οι υπερασπιστές χαμογέλασαν. Δεν τους φόβισε ο τεράστιος όγκος του πρώτου κύματος των επιτιθεμένων. Ίσα ίσα τους εξυπηρετούσε τόσο κοντά που ήταν ο ένας με τον άλλον. Δεν θα χρειαζόταν καν να σημαδεύουν. Το σχέδιο του Μωάμεθ ήταν απλό σε σύλληψη. Θα εξουθένωνε τους υπερασπιστές μέχρι τελικής πτώσεως. Ήταν λίγοι και ο στρατός του, υπερεικοσαπλάσιος.
Είχε κόσμο να θυσιάσει ενώ εκείνοι όχι. Μπορούσε να στέλνει στρατεύματα κατά κύματα μέχρι το σπαθί στα χέρια των υπερασπιστών πάνω στα τείχη να γίνει ασήκωτο από τις συνεχόμενες μάχες.
Μόλις δόθηκε το σύνθημα της επίθεσης, η φύση τρόμαξε!
Χιλιάδες κραυγές, αλαλαγμοί, φωνές, και επικλήσεις στον Αλλάχ, έσκισαν τον σκοτεινό ουρανό της Κωνσταντινούπολης.
Τα κανόνια από το στρατόπεδο των Τούρκων, ξερνούσαν φωτιά προς τα τείχη. Τα τύμπανα χτυπούσαν σε ένα δαιμονισμένο ρυθμό που πάγωνε το αίμα. Τα πράσινα μπαιράκια του Μωάμεθ και των Οθωμανικών ορδών του, κυμάτιζαν ξέφρενα μέσα στο σκοτάδι.
Ο Πρωτοστράτορας (σ.σ. επικεφαλής της άμυνας) Ιουστινιάνης από τα τείχη μονολόγησε: «ελάτε…» και χαμογέλασε. Ένα χαμόγελο τρομακτικό. Στη συνέχεια ούρλιαξε: «Στα όπλα. Έρχονται τα σκυλιά. Ειδοποιήστε τον Αυτοκράτορα, χτυπήστε τις καμπάνες.»
Σε λίγα λεπτά ο Αυτοκράτορας της Νέας Ρώμης, Κωνσταντίνος ΙΑ’ ο Παλαιολόγος έπαιρνε τη θέση του στα τείχη ανάμεσα στους υπερασπιστές, σαν απλός στρατιώτης.
Ο Ιουστινιάνης γύρισε το κεφάλι του και τον είδε να δένει τον μεταλλικό του θώρακα. Βρισκόταν ακριβώς πίσω του, στην πύλη του Αγίου Ρωμανού. Σε ένα τείχος ψηλότερα από όλους. Ούρλιαξε με την βαριά φωνή του για να ακουστεί μέσα στον χαλασμό που έκαναν τώρα και όλες οι καμπάνες από κάθε εκκλησιά της Πόλης: «Κλείδωσε μας. Κλείδωσε μας»
Ο Αυτοκράτορας Κωνσταντίνος του έγνεψε καταφατικά και με μια κίνηση των χεριών του, έδειξε στον Ιουστινιάνη ότι τον ευχαριστεί.
Οι βαριές πόρτες εξόδου, στα νώτα των υπερασπιστών προς την πόλη έκλεισαν και κλειδώθηκαν. Τώρα όποιος ήταν στα τείχη ή θα νικούσε ή θα πέθαινε. Μπροστά στην Πύλη ο Ιουστινιάνης έδινε τις τελευταίες οδηγίες. Οι καμπάνες συνέχιζαν να χτυπούν άγρια, τα τύμπανα να κάνουν τη γη να τρέμει και οι βασιβουζούκοι να ουρλιάζουν και να εφορμούν προς τα τείχη. Από ψηλά φαινόντουσαν να είναι άπειροι, δεκάδες χιλιάδες.
«Τώρα» ούρλιαξε ο Πρωτοστράτορας και μια πυκνή βροχή από βέλη, θέρισαν τις πρώτες σειρές των επιτιθεμένων. Σαν να προσέκρουσαν σε κάποιον αόρατο τοίχο οι βασιβουζούκοι σταμάτησαν και σωριάζονταν νεκροί. Από ψηλά οι τοξότες άδειαζαν τις φαρέτρες τους σε ελάχιστα δευτερόλεπτα. Δεν σημάδευαν αλλά κανένα βέλος δεν πήγαινε χαμένο. Τόσο πυκνές ήταν οι γραμμές των Οθωμανών ατάκτων. Τα τηλεβόλα και τα αρκεβούζια των βυζαντινών και των Λατίνων είχαν πάρει φωτιά. Ο Ιουστινιάνης έτρεχε πάνω κάτω και εμψύχωνε τους συμπολεμιστές του. Οι 800 σιδερόφρακτοι σύντροφοι του, με μια κίνηση έβγαλαν τα σπαθιά τους και περίμεναν. Μαζί τους και οι Βυζαντινοί στρατιώτες.
Οι Βασιβουζούκοι ήταν ένα ασκέρι ατάκτων από κάθε μεριά του κόσμου. Όταν κατάλαβαν ότι με τις φωνές και τις κραυγές η πόλη δεν πέφτει, δείλιασαν. Οι βυζαντινοί τους μακέλευαν και δεν είχαν προλάβει καν να πλησιάσουν τα τείχη. Έκαναν να υποχωρήσουν. Ο τεράστιος όγκος των χιλιάδων αυτών ερασιτεχνών πολεμιστών ξαφνικά άλλαξε μέτωπο και υποχωρούσε. Γυρνούσε πίσω.
Ο Μωάμεθ που παρακολουθούσε τη μάχη περίμενε την εξέλιξη αυτή. Κούνησε κοφτά το κεφάλι του και έδωσε ένα σύνθημα. Αμέσως στα νώτα των υποχωρούντων βασιβουζούκων ανέλαβαν δράση οι τρομεροί Τσαούσηδες. Αξιωματικοί του Οθωμανικού στρατού. Επαγγελματίες στρατιώτες έπαιξαν το ρόλο «του στρατονόμου». Με τα τεράστια γιαταγάνια τους αλλά και με βαριά μεταλλικά ρόπαλα τιμωρούσαν, σκότωναν, ή άφηναν ανάπηρο όποιον υποχωρούσε. Μπρος γκρεμός και πίσω ρέμα. Οι βασιβουζούκοι αφού είδαν εκατοντάδες συντρόφους τους να πέφτουν από σπαθί ομόθρησκου συμπολεμιστή τους επειδή υποχωρούσαν, άλλαξαν πάλι μέτωπο και ξεχύθηκαν προς τα τείχη. Τουλάχιστον αν πέθαιναν πάνω στη μάχη από το σπαθί των «άπιστων», θα πήγαιναν στον παράδεισο, όπου τους περίμεναν τα πιλάφια και οι παρθένες του Προφήτη τους. Η τεράστια τάφρος είχε γεμίσει με νεκρούς άτακτους…
Μετά από 3 ώρες μάχης σώμα με σώμα, οι Βασιβουζούκοι διατάχτηκαν να υποχωρήσουν. Οι υπερασπιστές ούρλιαζαν από χαρά και ενθουσιασμό. Οι πανοπλίες, τα πρόσωπα, τα μαλλιά τους ήταν κατακκόκινα από το αίμα των Τούρκων. Οι απώλειες τους ήταν σχετικά ελάχιστες.
Όμως τα χέρια τους βάραιναν επικίνδυνα. Είχαν κουραστεί από το μακέλεμα των Οθωμανών.
Τότε νέο κύμα επίθεσης ξεκινούσε. Τη θέση των ατάκτων μετά από τρεις ώρες μάχης έπαιρνε τώρα ο τακτικός στρατός των Οθωμανών. Αμέτρητες σειρές από Αλοφατζήδες, από Καρίπηδες, από Δελήδες, από Μποσταντζήδες και φυσικά από Σπάχηδες, εφορμούσαν προς τα τείχη.
Ήταν ξεκούραστοι και ήθελαν να αποδείξουν ότι δίκαια άνηκαν στον τρομερό στρατό του Σουλτάνου. Από την άλλη οι υπερασπιστές άρχιζαν να καταβάλλονται από την κούραση.
Και ο Σουλτάνος δεν τους άφησε ούτε λεπτό για να ξεκουραστούν. «Κουράγιο αδέρφια» βροντοφώναξε ο Αυτοκράτορας από τα τείχη. «’Ότι έπαθαν οι προηγούμενοι θα πάθουν και αυτοί.» Και πράγματι έτσι έγινε. Επί τρεις ώρες οι υπερασπιστές έκοβαν το νήμα της ζωής των χιλιάδων Οθωμανών στρατιωτών.
Τρεις ώρες μάχης σώμα με σώμα που εάν υπολογίσουμε και τις προηγούμενες, συνολικά οι υπερασπιστές των τειχών πολεμούσαν έξη ώρες αδιάκοπτα. Έξη ώρες να σηκώνουν και να κατεβάζουν συνέχεια ένα βαρύ σπαθί και να μακελεύουν…
Η κούραση άρχισε να τους καταβάλει. Κι οι απώλειες αυτήν την φορά ήταν μεγάλες.
Γλυκοχάραζε και η πεδιάδα του Λύκου ήταν τώρα ένας λασπότοπος γεμάτος αίματα και χιλιάδες πτώματα. Ο Σουλτάνος άρχισε να νιώθει άβολα μπροστά στην προοπτική της αποτυχίας.
Η Πόλη απέναντι του όχι μόνο άντεξε αλλά και διέλυσε μεγάλο μέρος του στρατού του. Διέταξε και το δεύτερο κύμα να υποχωρήσει και έστρεψε το κατασκότεινο πρόσωπο του προς τον Αγά των Γενιτσάρων που στεκόταν πίσω και αριστερά του.
Θα τα έπαιζε όλα για όλα.
Οι Γενίτσαροι ήταν έτοιμοι να εφορμήσουν. Όλοι στα τείχη βαστούσαν την ανάσα τους.
Οι Γενίτσαροι έτρεχαν σκυφτοί. Κοίταζαν μόνο μπροστά. Δεν φώναζαν, ούτε ούρλιαζαν όπως οι προηγούμενοι. Το θεωρούσαν υποτιμητικό. Απλά έτρεχαν.
«Αυτοί είναι οι τελευταίοι, αδέρφια μου» φώναξε ο αυτοκράτορας από ψηλά. «Κρατήστε τις θέσεις σας, μην λιγοψυχάτε τώρα».
Οι Γενίτσαροι πέρασαν την τάφρο, πέρασαν και το Μικρό τείχος και έφτασαν κάτω από το Μέγα τείχος. Έστησαν με ταχύτητα τις σκάλες τους. Από ψηλά οι υπερασπιστές άδειαζαν καυτό λάδι, και πετούσαν πέτρες προς τα κάτω. Οι Γενίτσαροι ένας προς έναν συναντούσαν τον Αλλάχ τους. Κανείς τους δεν φώναζε. Κανείς τους δεν ούρλιαζε. Και όποιος πέθαινε αμέσως κάποιος άλλος έπαιρνε τη θέση του…
Είναι η στιγμή που ο χρόνος σταματάει… Είναι η στιγμή που μια αυτοκρατορία πεθαίνει…
Είναι η στιγμή που χίλια και βάλε χρόνια περνάνε στο παρελθόν. Η μοίρα που λες και αμφιταλαντευόταν τόσες ώρες, αποφάσισε να δώσει τη νίκη στους Οθωμανούς.
Εξάλλου η έκπληξη θα ήταν εάν η Πόλη δεν έπεφτε…



Έπεσε όμως με τρία απλά και μοναδικά μοιραία στην ιστορία γεγονότα, που έκριναν τα πάντα.
Στη Βόρεια πλευρά του τείχους, κάτω σχεδόν από το παλάτι των Βλαχερνών σε μια μικρή γωνιά του που κάνει ο τοίχος βρίσκεται ένα πορτάκι. Μια μικρή πόρτα ξύλινη, που κάποτε οι αυτοκράτορες χρησιμοποιούσαν όταν έβγαιναν για κυνήγι. Το πορτάκι σχεδόν δεν φαίνεται ακόμη και εάν κάποιος είναι πολύ κοντά. Οι παλιοί το ονόμαζαν «κερκόπορτα». Αυτό το πορτάκι οι πολιορκημένοι πολλές φορές το είχαν χρησιμοποιήσει στις εφόδους τους. Έβγαιναν μέχρι και πενήντα άνδρες και ταχύτατα καλπάζοντας με τα άλογα τους σάρωναν όποιον Οθωμανό στρατιώτη έβρισκαν μπροστά τους. Μετά σαν φαντάσματα έμπαιναν πάλι από την πόρτα αυτή την ασφάλιζαν και έπαιρναν τις θέσεις τους στα τείχη.
Λοιπόν με κάποιο «περίεργο» τρόπο η πόρτα αυτή, εκείνη την μοιραία στιγμή βρέθηκε να έχει μείνει ...ανοιχτή.
Την ξέχασαν καθώς επέστρεφαν μετά από κάποια επιδρομή οι Βυζαντινοί;
Κάποιο χέρι από μέσα που ήθελε να μπουν οι Οθωμανοί, την ξεκλείδωσε;
Κανείς δεν ξέρει , ούτε θα μάθει ποτέ. Πολλά λέχθηκαν, αλλά τίποτα δεν τεκμηριώθηκε.
Από την πόρτα αυτή λοιπόν, μπήκαν κάποιοι Γενίτσαροι οι οποίοι έγιναν αντιληπτοί σχεδόν αμέσως από τους Βυζαντινούς. Με άλογα και πεζή, οι υπερασπιστές έπεσαν πάνω τους και τους εξολόθρευσαν. Ένας από εκείνους όμως κατάφερε να σκαρφαλώσει στο τείχος και να τοποθετήσει σε ενα σημείο του τη σημαία του Σουλτάνου. Η σημαία από παράβλεψη των αμυνομένων έμεινε εκεί και δεν κατέβηκε…
Την ίδια στιγμή σαν να έπαιζε ένα παιχνίδι η μοίρα, ο Ιουστινιάνης, ο άνθρωπος που ουσιαστικά μαζί με τον Αυτοκράτορα κρατούσε την Πόλη, τραυματίζεται. Είδε μέσα από την κατάμαυρη πανοπλία του να ξεπηδά αίμα. Κάποιο βέλος καρφώθηκε χαμηλά στην κοιλιά του. Ο πόνος ήταν αβάσταχτος και όσο περνούσε η ώρα ο Ιουστινιάνης σφάδαζε. Οι σύντροφοι του, άφησαν τις θέσεις τους στις πολεμίστρες και έτρεξαν να προστατεύσουν τον ηγέτη τους.
Από τα τείχη έφυγε η ελίτ της άμυνας οι σιδερόφραχτοι ιππότες του Γενουάτη γίγαντα. Οι γενίτσαροι συνέχιζαν να ανεβαίνουν… Ο Ιουστινιάνης φώναξε στον Κωνσταντίνο Παλαιολόγο να του πετάξει τα κλειδιά της Πύλης για να φύγει. «Αδελφέ» απάντησε με αγωνία από ψηλά ο Παλαιολόγος «άντεξε λίγο ακόμη σε παρακαλώ».
Ο Ιουστινιάνης σε κρίση πανικού και φρικτού πόνου ούρλιαξε: «Πέταξε μου τα κλειδιά ανάθεμα με. Πεθαίνω δεν το βλέπεις;». Ο αυτοκράτορας υποχώρησε και πέταξε τα κλειδιά. Οι πιστοί σύντροφοι του Ιουστινιάνη άφησαν τα τείχη και κρατώντας τον στα χέρια έτρεξαν προς τα 2 πλοία που τους περίμεναν στο λιμάνι.
Οι Βυζαντινοί έμειναν πλέον μόνοι τους, να κρατήσουν όλο το βάρος της άμυνας της Πόλης.
Αργότερα πολλοί κατηγόρησαν τον Ιουστινιάνη ότι λιγοψύχησε και για ένα μικρό τραυματισμό έφυγε. Η πραγματικότητα είναι όμως εντελώς διαφορετική. Ο Ιουστινιάνης σε όλες τις ημέρες της πολιορκίας, ποτέ δεν δείλιασε, ποτέ δεν έκανε πίσω. Πρώτος δίπλα στον Κωνσταντίνο απωθούσε τους Οθωμανούς. Ευκαιρίες να φύγει είχε πολλές. Και μάλιστα να αλλάξει και στρατόπεδο γεμίζοντας τις τσέπες του με χρυσάφι. Δεν το έκανε. Έμεινε στις επάλξεις...
Το τρίτο περιστατικό που συνέβη σχεδόν ταυτόχρονα με τα άλλα δύο ήταν και αυτό καθοριστικό.
Την ίδια στιγμή λοιπόν που στις επάλξεις κυμάτισε για πρώτη φορά το μπαϊράκι του Σουλτάνου, την ίδια στιγμή που ο Ιουστινιάνης τραυματίστηκε και αποχώρησε, μια ομάδα Γενιτσάρων, καθοδηγούμενη από τον Καφέρ Μπέη, σκαρφάλωσε στα τείχη και πάτησε το πόδι της κάτω από τον Άγιο Ρωμανό. Εκεί κάποιος θηριώδης Γενίτσαρος που πλέον από τους Τούρκους θεωρείται ήρωας, ο Χασάν από το Ουλουμπάτ συνοδευόμενος από μια ομάδα τριάντα συντρόφων του, κατάφερε να προχωρήσει κατά μήκος των επάλξεων, απωθώντας τους παραπαίοντες αμυνόμενους που προσπαθούσαν να τον σταματήσουν.
Με μια σημαία του Σουλτάνου Μωάμεθ στο αριστερό και ένα τεράστιο κυρτό σπαθί στο δεξί χέρι, κράτησε για λίγα λεπτά τη θέση του περικυκλωμένος από Βυζαντινούς. Οι άλλοι γενίτσαροι που τον είδαν εμπνεύστηκαν από το θάρρος του και όρμησαν με περισσότερη λύσσα κατά των υπερασπιστών. Ο γιγαντιαίος γενίτσαρος κάρφωσε τη σημαία του Ισλάμ στα τείχη της Βασιλεύουσας των χριστιανικών πόλεων. Σύντομα οι αμυνόμενοι ανασυντάχτηκαν και με ομοβροντία από βέλη, πέτρες και ακόντια έριξαν κάτω τους τριάντα Γενίτσαρους και κύκλωσαν τον Χασάν. Με κόκκινα μάτια από την ένταση της μάχης του επιτέθηκαν, τον γονάτισαν και στην κυριολεξία τον κομμάτιασαν.
Τα ελάχιστα λεπτά που άντεξε όμως, ήταν αρκετά για ακόμη περισσότερους γενίτσαρους να σκαρφαλώσουν στα τείχη. Η μάχη είχε πλέον κριθεί.
Ο Σουλτάνος που παρακολουθούσε πιά από κοντά τη μάχη, ενώ είχε σηκώσει το χέρι να σημάνει υποχώρηση, είδε με το έμπειρο μάτι του την αναταραχή στις γραμμές των υπερασπιστών.
Τότε αντί για υποχώρηση έδωσε εντολή όλες οι δυνάμεις του να πέσουν στο σημείο εκείνο. Σαν πλημμυρίδα χιλιάδες άνδρες άρχισαν να εισβάλλουν στον θύλακα που ο Σουλτάνος τους υπέδειξε.
Οι αμυνόμενοι υποχώρησαν υπό το βάρος του αριθμού των επιτιθεμένων. Σε ένα τέταρτο 30.000 Οθωμανοί ανέβηκαν στα τείχη. Τώρα όλοι ούρλιαζαν απόκοσμα και έσφαζαν όποιον συναντούσαν.
Η Πόλις Εάλω. Η Πόλις Εάλω. Η υποχώρηση έγινε πλέον πανικός.
Πύλη Αγίου Ρωμανού πρωινό 29 Μαΐου 1453....
Το πρόσωπο του Αυτοκράτορα είχε μεταβληθεί σε μια μάσκα πόνου. Δεν πίστευε και ο ίδιος πόσο γρήγορα και ξαφνικά ανατράπηκε η κατάσταση. Οι Οθωμανοί έμπαιναν πλέον από παντού. Μέσα στον πανικό και τον χαμό, ο Κωνσταντίνος Παλαιολόγος ήταν αδύνατον να κάνει το παραμικρό. Έστρεψε το πρόσωπο του προς τα πίσω. Έβλεπε από ψηλά την αγαπημένη του πόλη να ψυχορραγεί. «Όλα τελείωσαν λοιπόν» σκέφτηκε και πρόσταξε την φρουρά του να αποχωρήσει. Κανείς τους όμως δεν έφυγε. Ήταν περίπου 300 άνδρες. Αφού κοιτάχθηκαν όλοι μεταξύ τους, αποφάσισαν και έμειναν και οι 300 εκεί. Ο ίδιος με ψυχραιμία κατέβηκε από τα τείχη κι αφού ανέβηκε στο άλογό του, το κλώτσησε στα πλευρά για να καλπάσει. Τον συνόδευαν οι καλοί του φίλοι , ο Ιωάννης Δαλματός, ο Δον Φρανσίσκο ντε Τολέδο, ο Θεόφιλος Παλαιολόγος και ο Καντακουζηνός. Ο Θεόφιλος τον προέτρεψε να φύγει και να σωθεί. «Δεν φεύγω» είπε. «Η πόλη μου πεθαίνει και μαζί της θα πεθάνω και εγώ».
Ο Αυτοκράτορας της Νέας Ρώμης, ο Αυτοκράτορας της Βασιλεύουσας, ο τελευταίος Αυτοκράτορας των Ελλήνων, δεν το σκέφτηκε δεύτερη φορά. Ξεθήκωσε το σπαθί του και όρμησε. Πίσω του οι σύντροφοι του έκαναν το ίδιο. Όπως η φωτιά καίει τα δάση, έτσι και ο Κωνσταντίνος θέριζε τους Γενίτσαρους. Δεχόταν χτυπήματα αλλά παρέμενε όρθιος. Σε λίγα λεπτά οι τέσσερις σύντροφοι του κείτονταν νεκροί.
Είχε περικυκλωθεί. Η πανοπλία και ο μανδύας του ήταν μέσα στα αίματα. Τα μάτια του είχαν γεμίσει δάκρυα. Όχι από πόνο. Δάκρυα για τον χαμό της θεοφύλακτης Πόλης. Ο Κωνσταντίνος ζύγισε το σπαθί στο κουρασμένο του χέρι. «Δεν υπάρχει ένας Χριστιανός να μου πάρει το κεφάλι;» φώναξε προς τους άνδρες της φρουράς του που έπεφταν κι αυτοί μαχόμενοι ο ένας μετά τον άλλο. Και σε μιά χωρίς ελπίδα και λογική προσπάθεια όρμησε για τελευταία φορά. Δέχτηκε από πίσω ένα δυνατό χτύπημα. Όλα μαύρισαν στα μάτια του. Κατέρρευσε.
Οι γενίτσαροι έπεσαν πάνω του… Κανείς ποτέ δεν τον ξαναείδε…
Σε λίγο νεκροί θα κείτονταν και οι 300 υπερασπιστές της Πύλης του Αγίου Ρωμανού...

Δημοσιεύτηκε στο περιοδικό ΕΘΝΙΚΗ ΦΡΟΥΡΑ & ΙΣΤΟΡΙΑ τευχος 44ο