Όλων όσοι «από το χρέος μη κινούντες», δεν λιποτάκτησαν. Δεν φυγοστράτησαν. Στάθηκαν, ηρωικώς μαχόμενοι. Άχρι τέλους.
Τ Ο Υ ΕΙΠΑΝ: «Όλα είναι προδομένα. Παραίτα τα. Μην πας. Μείνε στην οικογένειά σου. Έχεις γυναίκα και τρία μωρά». Ήταν Τρίτη, 13 Αυγούστου 1974. Κι ο πάνοπλος Αττίλας είχε ήδη περάσει σιδηρόφρακτος τις προδομένες κυπριακές Θερμοπύλες της Κερύνειας, του Καραβά, της Λαπήθου.
Είχε ήδη διαβεί ο τουρκικός Αττίλας τις καταραμένες Κερκόπορτες, που του άνοιξαν διάπλατα οι εθνοπροδότες της ανθελληνικής χούντας. Το αρχηγείο του Μπονανο-προδότη από την Αθήνα. Και το υπαρχηγείο του Γεωργιστο-προδότη, των πραξικοπηματιών στην Κύπρο. Ήταν 13.8.74 κι ο 28χρονος έφεδρος Νικόλας Αγαπίου, από τον Λυθροδόντα, νυμφευμένος κι εγκατεστημένος στο Τραχώνι της Κυθρέας, έπρεπε να επιστρέψει από άδεια στη μονάδα του, στους συμπολεμιστές του, στο 398 Τάγμα Πεζικού.
Το ήξερε ότι «όλα είναι προδομένα».
Φίλησε την 24χρονη γυναίκα του τη Γιωργούλα, τον Σάββα τον πρωτότοκό τους 3 χρονών, την Ντίνα τους 2χρ. και το βρεφούδι τους τον Κούλλη 12 μηνών μονάχα.
Ήξερε. Έβλεπε. Έκρινε. Κι αποφάσισε.
Μ’ εκείνο το αυτοθέλητο κι αυτεξούσιο πανάρχαιο ελληνικότατο «εγώ», που σπεύδει να συγκροτεί το «εμείς» του Μακρυγιάννη.
Το «πάντες αυτοπροαιρέτως» του Παλαιολόγου.
Το «εύψυχον για το ελεύθερον» του Θουκυδίδη.
Το «περί αρετής» του Κυριάκου Μάτση.
Κ Α Ι ΕΙΠΕ: «Ο ένας δεν πάει να πολεμήσει, ο άλλος δεν πάει… ποιος θα πάει τελικά να εμποδίσει την προέλαση των Τούρκων;»
Ήταν η απάντηση του ταπεινού, ανδρειωμένου τυφεκιοφόρου σύμπαντος του απ’ αιώνων Ελληνισμού, του Νικόλα Αγαπίου. Του καθενός ξεχωριστά και όλων μαζί των συμπολεμιστών του. Όλων όσοι «από το χρέος μη κινούντες», δεν λιποτάκτησαν. Δεν φυγοστράτησαν. Στάθηκαν, ηρωικώς μαχόμενοι. Άχρι τέλους.
Εκείνη την κορυφαία στιγμή που ήξερε, έβλεπε, έκρινε κι αποφάσισε, ο ταπεινός τυφεκιοφόρος Νικόλας Αγαπίου του 398Τ.Π. ήταν από μόνος του η ενσάρκωση ολόκληρης της πατρίδας. Ήταν αυθεντική η απόφαση και η συγκλονιστική κραυγή της προδομένης, της καθημαγμένης πατρίδας: «Ποιος θα πάει τελικά;»
Και η καθάρια απάντηση - ενσάρκωση της πατρίδας, η αδούλωτη συνείδηση της πατρίδας: Ο Νικόλας Αγαπίου 28χρ. από τον Λυθροδόντα, μαζί κι ο Γιώργος Παπαγεωργίου 31χρ. από τη Βώνη, ο Ανδρέας Αποστόλου Χριστοφόρου 30χρ. από τα Λειβάδια, ο Ανδρέας Θεοχάρη Σταυράκη 26χρ. από τη Βώνη, ο Θεοφύλακτος Κυριακίδης 20χρ. από τα Λατσιά, ο Πολύκαρπος Πρατσής 19χρ. από τη Μόρφου και πλήθος άλλοι του κάθε «εγώ» αυτοπροαιρέτως στο «εμείς».
Μ Ε Τ Α από 35 χρόνια Αγνοούμενοι, χθες και προχθές, κηδεύτηκαν στις αγιασμένες από τα μαρτυρικά οστά τους λειψανοθήκες οι πέντε. Στον μορφίτικο της προσφυγιάς ανδριάντα του ο έκτος. Μεταλαμπαδεύουν τα λαμπρότερα γονίδια ελληνικής λεβεντιάς: Έπραξαν στο ακέραιο το καθήκον προς τη συνείδησή τους. Προς το αέναο αυτεξούσιο «εγώ» μέσα στο υπερεξούσιο «εμείς» της πατρίδας. Της πατρίδας των προγόνων, των νυν και αεί και στο διηνεκές απογόνων. Χρεωμένων το «έργω δηλούσθαι και τα τιμάς»: «Απάντηση θα πάρουν / ενότητα κι αγώνα / για να 'βρουν ανάπαυση / οι πρώτοι Νεκροί» του Αλέκου Παναγούλη.
Λ.ΜΑΥΡΟΣ
ΣΗΜΕΡΙΝΗ
ΑΝΑΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ ΑΠΟ ΤΟΝ INFOGNOMONPOLITICS.
Τ Ο Υ ΕΙΠΑΝ: «Όλα είναι προδομένα. Παραίτα τα. Μην πας. Μείνε στην οικογένειά σου. Έχεις γυναίκα και τρία μωρά». Ήταν Τρίτη, 13 Αυγούστου 1974. Κι ο πάνοπλος Αττίλας είχε ήδη περάσει σιδηρόφρακτος τις προδομένες κυπριακές Θερμοπύλες της Κερύνειας, του Καραβά, της Λαπήθου.
Είχε ήδη διαβεί ο τουρκικός Αττίλας τις καταραμένες Κερκόπορτες, που του άνοιξαν διάπλατα οι εθνοπροδότες της ανθελληνικής χούντας. Το αρχηγείο του Μπονανο-προδότη από την Αθήνα. Και το υπαρχηγείο του Γεωργιστο-προδότη, των πραξικοπηματιών στην Κύπρο. Ήταν 13.8.74 κι ο 28χρονος έφεδρος Νικόλας Αγαπίου, από τον Λυθροδόντα, νυμφευμένος κι εγκατεστημένος στο Τραχώνι της Κυθρέας, έπρεπε να επιστρέψει από άδεια στη μονάδα του, στους συμπολεμιστές του, στο 398 Τάγμα Πεζικού.
Το ήξερε ότι «όλα είναι προδομένα».
Φίλησε την 24χρονη γυναίκα του τη Γιωργούλα, τον Σάββα τον πρωτότοκό τους 3 χρονών, την Ντίνα τους 2χρ. και το βρεφούδι τους τον Κούλλη 12 μηνών μονάχα.
Ήξερε. Έβλεπε. Έκρινε. Κι αποφάσισε.
Μ’ εκείνο το αυτοθέλητο κι αυτεξούσιο πανάρχαιο ελληνικότατο «εγώ», που σπεύδει να συγκροτεί το «εμείς» του Μακρυγιάννη.
Το «πάντες αυτοπροαιρέτως» του Παλαιολόγου.
Το «εύψυχον για το ελεύθερον» του Θουκυδίδη.
Το «περί αρετής» του Κυριάκου Μάτση.
Κ Α Ι ΕΙΠΕ: «Ο ένας δεν πάει να πολεμήσει, ο άλλος δεν πάει… ποιος θα πάει τελικά να εμποδίσει την προέλαση των Τούρκων;»
Ήταν η απάντηση του ταπεινού, ανδρειωμένου τυφεκιοφόρου σύμπαντος του απ’ αιώνων Ελληνισμού, του Νικόλα Αγαπίου. Του καθενός ξεχωριστά και όλων μαζί των συμπολεμιστών του. Όλων όσοι «από το χρέος μη κινούντες», δεν λιποτάκτησαν. Δεν φυγοστράτησαν. Στάθηκαν, ηρωικώς μαχόμενοι. Άχρι τέλους.
Εκείνη την κορυφαία στιγμή που ήξερε, έβλεπε, έκρινε κι αποφάσισε, ο ταπεινός τυφεκιοφόρος Νικόλας Αγαπίου του 398Τ.Π. ήταν από μόνος του η ενσάρκωση ολόκληρης της πατρίδας. Ήταν αυθεντική η απόφαση και η συγκλονιστική κραυγή της προδομένης, της καθημαγμένης πατρίδας: «Ποιος θα πάει τελικά;»
Και η καθάρια απάντηση - ενσάρκωση της πατρίδας, η αδούλωτη συνείδηση της πατρίδας: Ο Νικόλας Αγαπίου 28χρ. από τον Λυθροδόντα, μαζί κι ο Γιώργος Παπαγεωργίου 31χρ. από τη Βώνη, ο Ανδρέας Αποστόλου Χριστοφόρου 30χρ. από τα Λειβάδια, ο Ανδρέας Θεοχάρη Σταυράκη 26χρ. από τη Βώνη, ο Θεοφύλακτος Κυριακίδης 20χρ. από τα Λατσιά, ο Πολύκαρπος Πρατσής 19χρ. από τη Μόρφου και πλήθος άλλοι του κάθε «εγώ» αυτοπροαιρέτως στο «εμείς».
Μ Ε Τ Α από 35 χρόνια Αγνοούμενοι, χθες και προχθές, κηδεύτηκαν στις αγιασμένες από τα μαρτυρικά οστά τους λειψανοθήκες οι πέντε. Στον μορφίτικο της προσφυγιάς ανδριάντα του ο έκτος. Μεταλαμπαδεύουν τα λαμπρότερα γονίδια ελληνικής λεβεντιάς: Έπραξαν στο ακέραιο το καθήκον προς τη συνείδησή τους. Προς το αέναο αυτεξούσιο «εγώ» μέσα στο υπερεξούσιο «εμείς» της πατρίδας. Της πατρίδας των προγόνων, των νυν και αεί και στο διηνεκές απογόνων. Χρεωμένων το «έργω δηλούσθαι και τα τιμάς»: «Απάντηση θα πάρουν / ενότητα κι αγώνα / για να 'βρουν ανάπαυση / οι πρώτοι Νεκροί» του Αλέκου Παναγούλη.
Λ.ΜΑΥΡΟΣ
ΣΗΜΕΡΙΝΗ
ΑΝΑΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ ΑΠΟ ΤΟΝ INFOGNOMONPOLITICS.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου