ΠΡΙΝ 82 ΧΡΟΝΙΑ ΠΕΡΙΠΟΥ ΣΑΝ ΣΗΜΕΡΑ...
"Η Ανταρσία
του Θ/Κ Γεώργιος Αβέρωφ"
ΤΟ ΝΕΟ ΒΙΒΛΙΟ ΠΟΥ
ΓΡΑΦΩ ΑΥΤΗΝ ΤΗΝ ΠΕΡΙΟΔΟ ΠΟΥ ΕΠΙΣΗΣ ΕΙΝΑΙ ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΜΥΘΙΣΤΟΡΗΜΑ ΜΕ ΤΙΤΛΟ
"ΗΤΤΗΜΕΝΟΙ ΝΙΚΗΤΕΣ", ΠΡΑΓΜΑΤΕΥΕΤΑΙ ΤΗΝ ΙΣΤΟΡΙΑ ΕΝΟΣ ΝΕΟΥ ΑΠΟ ΤΟΝ
ΙΟΥΛΙΟ ΤΟΥ 1939 ΕΩΣ ΤΟΝ ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟ ΤΟΥ 1945.
ΜΕΣΑ ΣΤΙΣ ΣΕΛΙΔΕΣ
ΤΗΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ ΤΟΥ ΕΜΦΑΝΙΖΟΝΤΑΙ ΟΛΑ ΤΑ ΜΕΓΑΛΑ ΙΣΤΟΡΙΚΑ ΓΕΓΟΝΟΤΑ ΤΗΣ ΕΠΟΧΗΣ, ΑΛΛΑ
ΓΝΩΣΤΑ ΚΑΙ ΑΛΛΑ ΛΙΓΩΤΕΡΟ ΓΝΩΣΤΑ. ΕΝΑ ΑΠΟ ΑΥΤΑ ΕΙΝΑΙ Η "ΑΝΤΑΡΣΙΑ ΤΟΥ Θ/Κ
ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΑΒΕΡΩΦ|, ΠΟΥ Η ΔΙΟΙΚΗΣΗ ΝΑΥΤΙΚΟΥ ΔΙΕΤΑΞΕ ΤΟ ΠΛΗΡΩΜΑ ΤΟΥ ΝΑ ΤΟ ΒΥΘΙΣΕΙ
ΣΤΟ ΛΙΜΑΝΙ ΤΟΥ ΠΕΙΡΑΙΑ, ΓΙΑ ΝΑ ΜΗΝ ΠΕΣΕΙ ΣΤΑ ΧΕΡΙΑ ΤΩΝ ΓΕΡΜΑΝΩΝ, ΠΟΥ ΣΕ ΛΙΓΕΣ ΩΡΕΣ ΘΑ ΕΜΠΑΙΝΑΝ ΩΣ
ΚΑΤΑΚΤΗΤΕΣ ΣΤΗΝ ΑΘΗΝΑ.
ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ ΠΕΡΙ
ΤΗΣ ΑΝΤΑΡΣΙΑΣ ΤΟΥ Θ/Κ Γ.ΑΒΕΡΩΦ ΤΟ 1941:
Το θωρηκτό
ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΑΒΕΡΩΦ το 1940, ξαναθυμήθηκε το ένδοξο παρελθόν του: Έγινε πάλι η
ναυαρχίδα.
Στις 28
Οκτωβρίου, ο αντιναύαρχος Επαμεινώνδας Καββαδίας ειδοποιήθηκε από τους πρώτους.
Ξημέρωνε, όταν ανέβαινε στον «Αβέρωφ», όπου ήδη κυμάτιζε το σήμα του ως αρχηγός
στόλου. Βρήκε να τον περιμένει το τηλεγράφημα που πληροφορούσε τον στόλο για
την κήρυξη του πολέμου. Το ανακοίνωσε στο πλήρωμα. Ένα ουρανόμηκες «ζήτω» από
το κατάστρωμα της παλαιάς ναυαρχίδας του Παύλου Κουντουριώτη, υποδέχτηκε την
ανακοίνωση. Τον Απρίλιο του 1941, ο «Αβέρωφ» βρισκόταν εγκατεστημένος στον
όρμο, ακοίμητος φρουρός με τα πυροβόλα του, προσφέροντας αντιαεροπορική
προστασία στον ναύσταθμο και στο αεροδρόμιο της Ελευσίνας.
Οι Γερμανοί
χτύπησαν στις 6 Απριλίου του 1941. Η σύμπτυξη του ελληνικού στρατού στο
αλβανικό μέτωπο ξεκίνησε στις 13 Απριλίου. Η συνθηκολόγηση υπογράφτηκε στη Λάρισα
στις 21 Απριλίου του 1941. Η τελετή ξανάγινε στη Θεσσαλονίκη, στις 24 του μήνα,
έπειτα από απαίτηση του Μουσολίνι να παρίστανται και Ιταλοί στην παράδοση. Την
ίδια μέρα, ο βασιλιάς και η κυβέρνηση αποχωρούσαν από την ελληνική πρωτεύουσα.
Η απαγκίστρωση των Βρετανών πραγματοποιήθηκε αιματηρή από τις 21 ως τις 29 του
μήνα, καθώς βυθίστηκαν 26 πλοία γεμάτα στρατιώτες. Τα πέντε από αυτά ήταν
νοσοκομειακά. Οι Γερμανοί μπήκαν στην Αθήνα στις 27 Απριλίου του 1941. Στον
ναύσταθμο, το δράμα είχε ήδη πάρει τέλος.
*****
Απρίλιο του 1941,
ο ασυρματιστής του «Αβέρωφ» έγραφε στο ημερολόγιό του:
«Έχουμε φτάσει
στον όρμο για να καλύψουμε με τα πυροβόλα μας το αεροδρόμιο και τον ναύσταθμο.
Σαν ασυρματιστής, δεν είχα μάχιμη θέση αλλά, όταν οι άλλοι πολεμούσαν, εγώ
χωνόμουν κάτω από το γραφείο, παρέα με τον ασύρματο, μια και πια είχα αποκτήσει
‘‘τοίχο με θέα’’. Σαν να μην έφταναν όλα αυτά, στις 16 του μήνα, Μεγάλη
Τετάρτη, ήρθε ένα μήνυμα που μόνο καλό δεν ήταν. Να βυθίσουμε το σκαρί μας, να
μην πέσει στα χέρια του εχθρού. Να ’ναι καλά ο (σημαιοφόρος) Ηλιομαρκάκης και ο
ιερέας που ξεσήκωσαν το πλήρωμα να μη γίνει δεκτή η εντολή. Ο Ηλιομαρκάκης με
διέταξε να στείλω μήνυμα στην αγγλική κορβέτα ‘‘Salvia’’ να μας βοηθήσει (να διαφύγουμε), μιας κι ήταν
κοντά».
Η εντολή να
καταβυθισθεί ο «Αβέρωφ» ήρθε ως μοναδική λύση καθώς οι Γερμανοί είχαν ποντίσει
μαγνητικές νάρκες στον δίαυλο καθιστώντας ανέφικτη την έξοδο. Ορισμένοι όμως
αξιωματικοί, ο ιερέας του πλοίου αρχιμανδρίτης Παπανικολόπουλος κι ένα μέρος
του πληρώματος που ξεσήκωσε ο σημαιοφόρος Ηλιομαρκάκης, αρνήθηκαν να εκτελέσουν
την διαταγή. Επέμεναν ότι ο «Αβέρωφ» μπορούσε να συνεχίσει τον πόλεμο.
*****
Μεγάλη Πέμπτη, 17
Απριλίου, και ήμουν εκεί: Ο κυβερνήτης, πλοίαρχος Ι. Βλαχόπουλος, πετάχτηκε στο
Γενικό Επιτελείο Ναυτικού να δει, τι γινόταν. Ήταν περίεργος άνθρωπος. Στον
«Αβέρωφ» διατηρούν ακόμα τα σακιά με το «χώμα από την πατρίδα». Έφερνε ένα
τέτοιο σακί κάθε φορά που ο «Αβέρωφ» ήταν να αποπλεύσει. Στον γυρισμό, το
άδειαζε σ’ ένα μεγάλο κιβώτιο στ’ αμπάρι. Έφερνε καινούριο χώμα στο επόμενο
ταξίδι. Σήμερα, μάλλον τα είχε χαμένα. Κι όσο έλειπε, ο «Αβέρωφ» έμελλε να
γνωρίσει την πιο πρωτότυπη στα παγκόσμια χρονικά ανταρσία: Οι αντάρτες ήθελαν
να πολεμήσουν!
Παρακολουθούσα τη
«γενική συνέλευση» στο 1ο υπόστρωμα. Το καρέ των αξιωματικών ξεχείλιζε κόσμο
που έφτανε ως μπροστά στην ανοιχτή πόρτα του διαμερίσματος του ναυάρχου. Δεν
πίστευα στα μάτια και τ’ αφτιά μου.
«Αυτό λέγεται
ανταρσία», ούρλιαζε ο ύπαρχος.
«Εσείς κάνετε
ανταρσία: Εναντίον της πατρίδος», φώναζε ο σημαιοφόρος Ηλιομαρκάκης.
«Λες προδότη τον
ναύαρχο;», αντέτεινε ο ύπαρχος.
«Όχι. Εκείνος
θέλει να μας σώσει. Εμείς διαλέγουμε να πεθάνουμε».
«Είναι αυτοκτονία
να βγείτε. Θα πέσετε στις νάρκες».
«Έτσι, θα
βυθιστούμε και θα έχει εκτελεστεί η εντολή του ναυάρχου», μπήκε στη μέση ο
ιερέας.
«Αν βγείτε, οι
Γερμανοί θα σας αιχμαλωτίσουν».
«Κανένας δεν
αιχμαλωτίζει τον ‘‘Αβέρωφ’’. Μας προστατεύει ο Κουντουριώτης», απάντησε σταθερά
ο πλωτάρχης Δαμηλάτης.
«Και ο Ύψιστος»,
συμπλήρωσε ο ιερέας.
Οι ζητωκραυγές
έπεισαν τον ύπαρχο ότι ματαιοπονούσε. «Ο απόπλους είναι καθαρή αυτοκτονία»,
μουρμούρισε. Πήρε μαζί του υπαξιωματικούς και ναύτες που δεν ήθελαν να
παραμείνουν κι αποβιβάστηκε. Στο 1ο υπόστρωμα, ο ενθουσιασμός περίσσευε.
«Σήμα από το ‘‘Salvia’’», ανέφερε ο ασυρματιστής.
Του Ηλιομαρκάκη
γελούσαν και τα μουστάκια, καθώς το διάβασε φωναχτά:
«Δίαυλος, επί του
παρόντος, ελεύθερος από νάρκες».
Χειροκροτήματα
και ζητωκραυγές κάλυψαν τα λόγια του. Χύθηκαν στις θέσεις τους περιμένοντας το
σκοτάδι. Άναστρη νύχτα ήχησε ο σαλπιγκτής αναχώρηση. Μέσα σε καπνούς και τις
ανταύγειες των βομβών, με πλήρη συσκότιση, ο σκούρος όγκος του θωρηκτού «Γ.
Αβέρωφ», κινιόταν πάλι προς τη δόξα. Ο σαλπιγκτής εξακολουθούσε να σαλπίζει:
«Εις τάξιν
απάρσεως».
Ο ασυρματιστής
δούλευε υπερωρίες. Το ένα μετά το άλλο κατέφθαναν τα σήματα από τη στεριά να
σταματήσουμε. Ο Ηλιομαρκάκης τα διάβαζε και τα έδινε για αρχειοθέτηση. Στη
γέφυρα, ο κυβερνήτης της ανάγκης, πλωτάρχης πυροβολικού Παναγιώτης Δαμηλάτης,
είχε ζητήσει να τον ενοχλήσουν μόνο αν κάποιο σήμα ήταν διαφορετικό. Ναύσταθμος,
Πέραμα, Ψυτάλλεια έμειναν πίσω. Ανοιχτήκαμε στο πέλαγος. Πρέπει να είμαστε
κοντά στις Φλέβες, όταν σημειώθηκε αναταραχή μες στο σκοτάδι. Ανέβηκα να δω.
«Μηχανές κράτει».
Μια βενζινάκατος
μας πλησίαζε. Ο πλωτάρχης Δανηλάτης άφησε τη γέφυρα και κατέβηκε στο
κατάστρωμα. Η ματιά του έδειχνε αδιόρατη ανησυχία αλλά οι κινήσεις του ήταν
σταθερές και αποφασιστικές. Ο Βλαχόπουλος! Ναι. Ο πλοίαρχος Βλαχόπουλος ερχόταν
να διεκδικήσει το πλοίο του. Ο πλωτάρχης Δανηλάτης στάθηκε προσοχή μπροστά του.
Τον χαιρέτησε με σεβασμό. Και του παρέδωσε το ξίφος του απολογούμενος:
«Έπραξα το
καθήκον μου, όπως η συνείδησή μου το επέβαλλε».
Ο Βλαχόπουλος
γέλασε:
«Κράτα το. Έφερα
καινούριο χώμα από την πατρίδα. Κατεύθυνσις Σούδα».
Πανζουρλισμός.
Ζητωκραυγές στο σκοτάδι από αλαλάζοντες αντάρτες, νόμιμους πια. Πρωί Μεγάλης
Παρασκευής πιάσαμε Σούδα.
«Ένα λιμάνι χωρίς
λιμάνι», έγραφε ο ασυρματιστής.
Ήταν κι άλλα
πλοία εκεί.
Μεγάλο Σάββατο,
19 Απριλίου του 1941, μια τεράστια νηοπομπή ξεκίνησε από τη Σούδα. Ο αγέρωχος
«Αβέρωφ» προστάτευε τη μια πλευρά της, το αγγλικό καταδρομικό «Carlisle» την άλλη. Η καταγραφή στο ημερολόγιο
γέφυρας αναφέρει:
«Δεχόμεθα
συνεχείς επιθέσεις βομβαρδιστικών αεροσκαφών και τορπιλοπλάνων τας οποίας
αποκρούομεν δια των πυροβόλων μας».
Κυριακή του
Πάσχα, 20 Απριλίου του 1941, φτάσαμε σώοι στην Αλεξάνδρεια. Ως την Πρωτομαγιά,
είχαν μαζευτεί εκεί 17 ελληνικά πλοία: 210 αξιωματικοί, 2.944 ναύτες.
Τα αρχαία
τορπιλοβόλα «Σφενδόνη», «Νίκη» και «Ασπίς» ανέλαβαν να περιπολούν στην
Αλεξάνδρεια. Είχαν ναυπηγηθεί το 1906 και δεν άντεχαν για κάτι παραπάνω. Ο
νεανίας «Αβέρωφ», του 1910, ανέλαβε πολεμική δράση. Ήταν 16 Μαΐου, όταν πιάσαμε
Πορτ Σάιντ. Είπα να κατέβω. Θα τον αντάμωνα ξανά στον Πόρο.
Το θωρηκτό βρέθηκε στη Βομβάη των αγγλικών Ινδιών. Επισκευάστηκε κι ανέλαβε συνοδός νηοπομπών. Όταν, στις 7 Δεκεμβρίου του 1941, οι Γιαπωνέζοι βομβάρδισαν το Περλ Χάρμπορ και μπήκαν στον πόλεμο, ο «Αβέρωφ» επέστρεψε στη Βομβάη για να ενισχύσει την αντιαεροπορική της άμυνα. Μέσα σε λίγους μήνες, είχε διανύσει 8.850 επικίνδυνα μίλια. Στα 1942, μετακόμισε στο Πορτ Σάιντ κι εντάχθηκε στην εκεί αντιαεροπορική άμυνα. Το 1944, κίνησε πάλι για την Ελλάδα...
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου